Ταξίδια (δρόμοι, σταθμοί, λιμάνια)
Convert HTML to PDF

Στην Ύστερη Αρχαιότητα και το Βυζάντιο η έννοια του ταξιδιού αναψυχής ήταν ανύπαρκτη. Ταξίδια γίνονταν, αλλά ήταν σπάνια και εξαιρετικά και πάντοτε είχαν έναν σκοπό, που ποίκιλλε ανάλογα με την περίοδο, την εποχή του έτους, τα μέσα μεταφοράς, τον προορισμό, τη θέση και την οικονομική κατάσταση των ταξιδιωτών. Κατά την Ύστερη Αρχαιότητα, όσο η αυτοκρατορία ήταν ισχυρή στους θαλάσσιους και τους χερσαίους δρόμους, οι ταξιδιωτικοί προορισμοί δεν περιορίζονταν μόνο στη Μεσόγειο, αλλά εκτείνονταν ανατολικά έως την Κίνα, την Ινδία και την Κεϋλάνη, νότια μέχρι την Αιθιοπία και βόρεια ως τον Εύξεινο Πόντο. Μετά τον 7ο αιώνα, παρά τη σποραδική μνεία ορισμένων ταξιδιών σε εξωτικά μέρη, σπάνια οι ταξιδιώτες πήγαιναν μακρύτερα από το Κίεβο, την Αλεξάνδρεια ή τη Βαγδάτη. Εξαίρεση αποτελούν ειδικές αποστολές σε ξένα κράτη, όπως αυτή των Θεσσαλονικέων αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Μοραβία. Στο ύστερο Βυζάντιο , ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος με τους άμεσους συνεργάτες του έφτασε έως την Αγγλία, ενώ ο Λάσκαρης Κανανός, ένας μάλλον τυχοδιώκτης έμπορος, έφτασε μέχρι τη Σκανδιναβία, τις χώρες της Βαλτικής και την Ισλανδία. Η πρωτεύουσα του κράτους, η Κωνσταντινούπολη, και οι Άγιοι Τόποι ήταν οι πιο συχνοί προορισμοί για τους ταξιδιώτες από τις επαρχίες και τις πρεσβείες των ξένων κρατών.

Ταξίδια σε ξηρά και θάλασσα πραγματοποιούσαν κατά κύριο λόγο οι έμποροι για την αγορά, μεταφορά και πώληση προϊόντων και πρώτων υλών. Εξίσου συχνές ήταν οι μετακινήσεις των ναυτών, των στρατιωτικών και των κρατικών αξιωματούχων, που λάμβαναν μέρος σε ειδικές αποστολές ή ήταν διπλωμάτες. Τα προσκυνηματικά ταξίδια ή τα ταξίδια σε ιαματικά θρησκευτικά κέντρα αφορούσαν τους ευσεβείς πιστούς· πολλοί προσκυνητές αναχωρούσαν για τους Αγίους Τόπους και τη Ρώμη από τα πέρατα της αυτοκρατορίας ήδη από τον 4ο αιώνα, ενώ η Κωνσταντινούπολη κέντριζε το ενδιαφέρον Βυζαντινών και ξένων σε όλο τον Μεσαίωνα. Λιγότερα ήταν όσα ταξίδια γίνονταν για εκπαιδευτικούς ή μορφωτικούς λόγους· στους πρώιμους αιώνες πολλοί πήγαιναν για σπουδές στις σχολές της Αντιόχειας, της Βηρυτού, της Αλεξάνδρειας και της Αθήνας, αλλά στο μέσο και ύστερο Βυζάντιο η πλειονότητα των σπουδαστών κατέληγε στην Κωνσταντινούπολη. Σε περιστάσεις δύσκολες, η αναχώρηση από κάποιον τόπο μπορεί να οφειλόταν σε αναγκαστική εξορία, σε εχθρικές επιδρομές ή σε απειλή πολεμικών επιχειρήσεων. Τέλος, οι κληρικοί όλων των βαθμών ταξίδευαν συχνά με την ευκαιρία συνόδων και προσκυνημάτων ή προς αναζήτηση τόπων πνευματικής ησυχίας.

Τα θαλάσσια ταξίδια ήταν γρηγορότερα από τα χερσαία και προτιμούνταν. Δεν υπήρχαν επιβατηγά πλοία τακτικής συγκοινωνίας, αλλά όσοι ήθελαν να ταξιδέψουν κατέληγαν σε κάποιο λιμάνι και είτε ναύλωναν ένα καράβι, αν ήταν πλούσιοι, είτε έβρισκαν κάποιο εμπορικό πλοίο που μπάρκαρε για τον προορισμό τους. Το αντίτιμο για τη μεταφορά κυμαινόταν ανάλογα με την απόσταση και τον κυβερνήτη του πλοίου· οι ανυποψίαστοι έπεφταν συχνά θύματα εκμετάλλευσης. Οπωσδήποτε οι ταξιδιώτες έφεραν μαζί τους έγγραφα και χρήματα, αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο ούτε πώς ούτε πού τα φύλασσαν. Οι τύποι των πλοίων και οι καιρικές συνθήκες επηρέαζαν καθοριστικά τη διάρκεια των ταξιδιών: η ημερήσια απόσταση ήταν μεταξύ 30 και 50 χιλιομέτρων, αλλά υπήρχαν πλοία που ανέπτυσσαν μεγαλύτερες ταχύτητες. Ωστόσο, η ναυλοχία (φόρτωση, επισιτισμός και εφοδιασμός με νερό) και οι ενδεχόμενες επισκευές των πλοίων αύξαιναν τη διάρκεια των ταξιδιών.

Στους χερσαίους δρόμους οι ταξιδιώτες μετακινούνταν κυρίως με τα πόδια, σπανίως με μουλάρια, γαϊδάρους ή καμήλες, που χρησίμευαν κυρίως για τα μεγάλα φορτία, και ακόμη σπανιότερα με κάρα – τα άλογα και οι άμαξες ανήκαν αποκλειστικά για τις αποστολές των στρατιωτικών και των κρατικών υπαλλήλων. Εξαιρετικά σπάνιες είναι οι αναφορές σε φορεία που μετέφεραν στα χέρια δούλοι, όπως θρυλείται ότι έφτασε στην Κωνσταντινούπολη από την Πάτρα η ζάπλουτη αρχόντισσα Δανιηλίς. Στα ποτάμια ή τις λίμνες υπήρχαν σχεδίες ή βάρκες που χρησίμευαν ως πορθμεία. Το ταξίδι με βάρκα μπορεί να μην ήταν άνετο, αλλά ήταν σίγουρα συντομότερο και λιγότερο επίπονο, ιδίως το καλοκαίρι. Οι δρόμοι ήταν τις περισσότερες φορές πλακόστρωτοι, φαρδιοί και εφοδιασμένοι με μιλιάρια, δηλαδή μικρούς κίονες που έφεραν επιγραφές με τις αποστάσεις από τις κοντινότερες πόλεις. Σε τακτές αποστάσεις υπήρχαν κρατικά πανδοχεία για διανυκτέρευση (mansiones) ή απλοί σταθμοί, όπου οι υπάλληλοι του κράτους άλλαζαν άλογα (mutationes). Οι πλούσιοι μπορούσαν να διανυκτερεύσουν στα κρατικά πανδοχεία για προστασία, αλλά οι φτωχότεροι διέμεναν σε ιδιωτικά χάνια, που συχνά δεν είχαν δωμάτια αλλά κοιτώνες και αυλές για το στάβλισμα των ζώων. Τα χάνια αυτά, ωστόσο, ήταν μάλλον επικίνδυνα και κακόφημα· τα ξενοδοχεία ελέγχονταν στην πλειοψηφία τους από την Εκκλησία, προσφέροντας δωρεάν και υπηρεσίες υγείας. Στο Επαρχικόν βιβλίον γίνεται μνεία των μητάτων, που θα πρέπει να ήταν χάνια με αποθηκευτικούς χώρους στην Κωνσταντινούπολη, στα οποία διέμεναν ξένοι έμποροι, κυρίως Σύροι υφασματέμποροι.

Οι κίνδυνοι των ταξιδιών ήταν αρκετοί. Με το πλοίο υπήρχαν πάντα κίνδυνοι θαλασσοταραχής και ναυαγίου ή η πειρατεία και η αιχμαλωσία, που ήταν ο χειρότερος. Τους δημόσιους δρόμους λυμαίνονταν κλέφτες και απατεώνες, γι’ αυτό συνήθως οι ταξιδιώτες μετακινούνταν κατά ομάδες για προστασία. Στους πρώιμους αιώνες δεν ήταν άγνωστες και οι επιθέσεις άγριων ζώων, όπως λιονταριών, φιδιών και αρκούδων. Μολονότι οι ταξιδιώτες και οι προσκυνητές ήταν εφοδιασμένοι με ειδικά βιβλία-οδηγούς, οι ντόπιοι κάτοικοι ήταν αναγκαίοι ως οδηγοί και ξεναγοί, ως καμηλιέρηδες εμπορικών καραβανιών ή ακόμη και ως φύλακες σε ιδιαίτερα επικίνδυνα μέρη· ένας πάπυρος του τέλους του 6ου αιώνα κάνει λόγο για έναν φρουρό αραβικής καταγωγής που οδηγούσε προσκυνητές στη μονή Σινά αντί αδρής αμοιβής 3,5 σολίδων (χρυσών νομισμάτων).

Είναι εύλογο ότι τα ταξίδια αποτελούσαν εμπειρίες ζωής για τους ταξιδιώτες και δεν ήταν λίγοι όσοι αποφάσισαν να καταγράψουν τις εμπειρίες και τις περιπέτειές τους, να περιγράψουν τους τόπους και τα πρόσωπα που συνάντησαν, να αφηγηθούν τα θαύματα και τις ιάσεις που είδαν, να εξιστορήσουν τις συνθήκες ζωής των κατοίκων άλλων περιοχών ή τις δύσκολες στιγμές που πέρασαν κατά την αιχμαλωσία τους. Άλλα έργα είναι σύντομα και περιέχουν μόνον καταλόγους πόλεων και αποστάσεων· σε άλλα καταγράφονται οι αγορές και τα ντόπια προϊόντα, καθώς απευθύνονταν σε εμπόρους· άλλα είναι πιο αφηγηματικά και μεταφέρουν τις ιδιαίτερες εντυπώσεις των συγγραφέων τους. Πολύτιμες πληροφορίες για τα ταξίδια περιέχουν επίσης και οι βίοι των αγίων. Τα ταξιδιωτικά έργα αποτελούν πολύτιμες πηγές όχι μόνον για την προσωπικότητα και τις αφηγηματικές αρετές των συγγραφέων τους, αλλά κυρίως για την ιστορία του πολιτισμού.
 


Βιβλιογραφία (5)


Σχόλια (0)

Νέο Σχόλιο