Αρχιτεκτονική


Το Βυζάντιο συνέχισε την παράδοση της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας στον τομέα των επιστημών. Αν και πολλοί υποστηρίζουν ότι στο Βυζάντιο δεν υπήρξαν τεχνολογικές καινοτομίες, η άποψη αυτή δεν είναι ακριβής, καθώς την περίοδο αυτή υπήρξαν σημαντικά επιτεύγματα, ιδιαίτερα στην Αρχιτεκτονική και τη Ναυπηγική.

Στον τομέα της Αρχιτεκτονικής, ένα ερώτημα που δεν έχει ακόμα απαντηθεί είναι αν ο αρχιτέκτονας ήταν δημιουργός και επιβλέπων της υλοποίησης του έργου ή απλά ο επικεφαλής των μαστόρων. Κατά την περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητας γνωρίζουμε ότι στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας λειτουργούσαν ειδικές σχολές, όπου φοιτούσαν όσοι ήθελαν να γίνουν αρχιτέκτονες. Ήδη πάντως από τον 6ο αιώνα φαίνεται ότι η εξειδίκευση στις σπουδές είχε εκλείψει.

Στο μέσο και ύστερο Βυζάντιο η εκπαίδευση των αρχιτεκτόνων δεν γινόταν σε κανενός είδους σχολή. Όσοι εκτελούσαν χρέη αρχιτεκτόνων και σχεδίαζαν ή επέβλεπαν μεγάλα οικοδομικά έργα ήταν κρατικοί υπάλληλοι, απόφοιτοι σχολών της Κωνσταντινούπολης, όπου διδάσκονταν αριθμητική, γεωμετρία και πρακτικά μαθήματα. Επίσης, συμβουλεύονταν βιβλία με οδηγίες κατασκευής πολιορκητικών μηχανών, τειχών, λιμανιών και άλλων οικοδομημάτων.

Δυστυχώς, δεν έχει σωθεί κάποιο βυζαντινό εγχειρίδιο αρχιτεκτονικής, αλλά δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι σχέδια γίνονταν, και μάλιστα αρκετά λεπτομερή. Γνωρίζουμε ακόμα από αναφορές σε γραπτές πηγές ότι κατασκευάζονταν αρχιτεκτονικά ομοιώματα ή μακέτες από κερί, ξύλο, ή πέτρα, αν και  ελάχιστα έχουν σωθεί. 

Ο αρχιτέκτονας στην εποχή του Βυζαντίου δεν προσπαθούσε να ξεχωρίσει με το έργο του. Παρόλα αυτά η αρχιτεκτονική της περιόδου δεν έμεινε στάσιμη, καθώς παρατηρείται εξέλιξη των αρχιτεκτονικών τύπων και ιδιαίτερη χρήση των υλικών ώστε να επιτυγχάνεται κάθε φορά καλύτερη ευστάθεια, αντοχή και αισθητικό αποτέλεσμα.


Γλωσσάρι (0)


Πληροφοριακά Κείμενα (1)

Η πόλη : Η Κωνσταντινούπολη, η πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, χτίστηκε στη θέση της αρχαίας ελληνικής αποικίας: Βυζάντιο, στην τριγωνική χερσόνησο που σχηματίζεται μεταξύ του Κεράτιου κόλπου, του Βοσπόρου και της θάλασσας του Μαρμαρά σε μια εξαιρετική θέση που ήλεγχε εμπορικά τον δρόμο Αιγαίου-Ευξείνου Πόντου. Την ίδρυσε ο Μέγας Κωνσταντίνος το 330 μ.Χ. με σκοπό να δημιουργήσει μια πόλη ισάξια της Ρώμης σε λαμπρότητα, πλούτο και δύναμη. Η πόλη αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα· αυτό προκάλεσε προβλήματα χώρου και υποδομών, οπότε ο Θεοδόσιος ο Α’ επέκτεινε την πόλη προς Δυσμάς, φτιάχνοντας καινούργια ισχυρά τείχη, τα οποία οχύρωσαν την πόλη μέχρι το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η Κωνσταντινούπολη διαμορφώθηκε πολεοδομικά παρόμοια με τη Ρώμη. Ένας κεντρικός δρόμος, η Μέση οδός, συνέδεε το παλάτι με τη Χρυσή πύλη. Πάνω σε αυτόν τον δρόμο φτιάχτηκε ο Φόρος, μια κυκλική πλατεία με ένα άγαλμα του Κωνσταντίνου τοποθετημένο πάνω σε ένα κίονα. Στην πλατεία αυτή χωροθετήθηκαν και άλλα δημόσια κτίρια. Αργότερα ο Θεοδόσιος ο Α’ και ο Αρκάδιος δημιούργησαν κι άλλους Φόρους με τα δικά τους αγάλματα. Τον 6ο αιώνα ο Ιουστινιανός, μετά τη στάση του Νίκα, κόσμησε την Κωνσταντινούπολη με λαμπρά οικοδομήματα, ανάκτορα, λουτρά και δημόσια κτίρια.. Τότε κτίστηκε και ο ναός της Αγίας Σοφίας που αποτέλεσε σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Κατά τον 7ο και 8ο αιώνα η Κωνσταντινούπολη αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα που την αποσυντόνισαν: επιθέσεις από τους Αβάρους (πολιορκία το 674) και τους Άραβες (επιθέσεις το 674 και το 717-718), φυσικές καταστροφές (μεγάλος καταστροφικός σεισμός το 740), και επιδημίες (πανώλη το 747). Μικρή οικοδομική δραστηριότητα αναπτύσσεται κατά τον 8ο και 9ο αιώνα, που περιλαμβάνει κυρίως ενίσχυση της οχύρωσης της πόλης. Mε την ανάκαμψη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, 9ο-11ο αιώνα, η Κωνσταντινούπολη κατέστη η πολυπληθέστερη πόλη του τότε χριστιανικού κόσμου, στην πλειοψηφία της Ελληνόφωνη, σε συνύπαρξη με πολλές άλλες εθνότητες, όπως: Εβραίους, Αρμένιους, Ρώσους, Ιταλούς έμπορους, Άραβες, καθώς και μισθοφόρους από τη δυτική Ευρώπη και τη Σκανδιναβία. Αυτήν την περίοδο χτίζονται πολλά δημόσια κτίρια, ιδιωτικά και εκκλησιαστικά, με έμφαση σε συστάσεις ιδρυμάτων κοινωφελούς σκοπού, όπως νοσοκομεία, γηροκομεία, ορφανοτροφεία και σχολεία. Μεγάλη ακμή γνωρίζει η ανώτερη εκπαίδευση, χάρη στη μέριμνα του κράτους αφενός, αλλά και την εμφάνιση σημαντικών λογίων αφετέρου. Η αναγέννηση αυτή συνεχίστηκε μέχρι τα μέσου του 11ου αιώνα, όταν άρχισαν τα οικονομικά προβλήματα λόγω κακής διαχείρισης, αλλά και λόγω δυσμενών εκβάσεων εξωτερικών επιχειρήσεων της αυτοκρατορίας. Η πρώτη διέλευση των Σταυροφόρων από την Κωνσταντινούπολη ήταν τελείως ανώδυνη, όμως στη Δ’ σταυροφορία, το 1204, οι Φράγκοι την κατέλαβαν και τη λεηλάτησαν, ενώ σφαγίασαν, αιχμαλώτισαν και εκδίωξαν τους κατοίκους της. Την ανακατέλαβε το 1261 ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος, ο οποίος ανοικοδόμησε τα περισσότερα μνημεία και τα τείχη, χωρίς όμως να καταφέρει να δώσει ξανά στην πόλη τη λάμψη και την αίγλη του παρελθόντος Αποδυναμωμένη η αυτοκρατορία δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει την ορμή των Οθωμανών, με αποτέλεσμα να πέσει η Κωνσταντινούπολή στα χέρια τους το 1453. Με την Άλωση επήλθε οριστικά η κατάλυση της αυτοκρατορίας. Η πνευματική όμως παράδοση του Βυζαντίου παρέμεινε ακόμη αξιοσημείωτη, καθώς πολλοί λόγιοι εγκαταστάθηκαν στις κτήσεις των Βενετών στην Κρήτη και την Πελοπόννησο, αλλά και στα ίδια τα κράτη της Ευρώπης και μεταλαμπάδευσαν την Ελληνική παιδεία στη Δύση.


Βιβλιογραφία (6)

1. Πετρονώτης, Α., Ο αρχιτέκτων στο Βυζάντιο, θεσσαλονίκη, 1984

2. Προπλάσματα στη Μεσαιωνική αρχιτεκτονική (Βυζάντιο, ΝΑ Ευρώπη, Ανατολία), 2009

3. Μπούρας Χ., Τρόποι εργασίας των Βυζαντινών αρχιτεκτόνων και αρχιμαστόρων, Αθήνα, 2010

4. Dalton, O.M., The Byzantine Astrolabe of Bescia, 1926

5. Vogel, K., XIII. Technology

6. Ousterhout R., Master Builders of Byzantium, Πρίνστον, 1999


Σχόλια (0)