Εκκλησίες - Μοναστήρια
Convert HTML to PDF

Χριστιανικοί ναοί
Στους τρεις πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, οι χριστιανοί λάτρευαν τον Θεό σε απλά κτίσματα, πολλά από τα οποία ήταν προηγουμένως ιδιωτικές κατοικίες. Μετά την αναγνώριση του Χριστιανισμού ως θρησκείας με το διάταγμα των Κωνσταντίνου και Μαξέντιου το 313, οι χριστιανικοί ναοί άρχισαν να αποκτούν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και έγιναν τα κέντρα της ζωής των χριστιανών.

Οι πρώτοι ναοί ιδρύθηκαν από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο σε ιδιοκτησίες που ανήκαν στον αυτοκράτορα ή στο δημόσιο. Με την πάροδο του χρόνου, πολλά δημόσια κτίρια και ειδωλολατρικοί ναοί, που με διατάγματα είχαν απομείνει χωρίς πιστούς και φροντίδα, μετατράπηκαν σε χριστιανικούς χώρους λατρείας. Η αλλαγή αυτή βοήθησε στη συντήρηση και τη διατήρησή τους μέχρι σήμερα, καθώς η εγκατάλειψή τους θα προκαλούσε σίγουρα την ερείπωσή τους.

Οι ναοί κτίζονταν συνήθως σε κεντρικά σημεία των πόλεων, κοντά σε κύριους δρόμους ή σε πλατείες. Αποτέλεσαν τους πυρήνες γύρω από τους οποίους οργανώνονταν οι συνοικίες και μάλιστα, στο τέλος της Βυζαντινής περιόδου, έδιναν και το όνομά τους σε αυτές, συνήθεια που συνεχίστηκε και αργότερα, μέχρι τις μέρες μας.

Σε όλη τη διάρκεια της Ύστερης Αρχαιότητας, μόνον ο επίσκοπος λειτουργούσε σε όλους τους ναούς της πόλης. Κατά κανόνα ο όρθρος ή το πρώτο κομμάτι της θείας λειτουργίας τελούνταν σε μια εκκλησία και η υπόλοιπη λειτουργία συνεχιζόταν σε μιαν άλλη, ενώ σε όλη τη λιτανεία έψαλλαν στο δρόμο. Μόνον μετά από ειδική άδεια του επισκόπου μπορούσε άλλος ιερέας να λειτουργήσει, σε συγκεκριμένους ναούς, και για ειδικούς λόγους, όπως ήταν οι περιπτώσεις των ιδιωτικών ναών που είχαν κτιστεί από πλούσιους ιδιοκτήτες για τους ίδιους και τα μέλη των οικογενειών τους. Η άδεια αυτή ήταν απαραίτητη για να μην γίνονται συνάξεις αιρετικών. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ναοί όπου όλοι μπορούσαν να εκκλησιαστούν ονομάζονταν καθολικοί ναοί. 
 
Μοναστήρια
Στις βυζαντινές πόλεις υπήρχαν, εκτός από εκκλησίες, και μοναστήρια. Παρόλο που ο μοναχισμός αντιπροσωπεύει την επιθυμία κάποιων ανθρώπων να αφιερώσουν τη ζωή τους στον Θεό και να απομακρυνθούν από την κοινωνική ζωή, μετά τον 6ο αιώνα τα μοναστήρια αρχίζουν να ιδρύονται μέσα στα τείχη των πόλεων και γίνονται κέντρα της πνευματικής ζωής τους με σημαντική οικονομική δύναμη.

Κάθε μοναστήρι, ανδρικό ή γυναικείο, διοικούνταν από έναν ηγούμενο ή μια ηγουμένη, σύμφωνα με τυπικό που ρύθμιζε τους κανόνες της κοινής ζωής. Περιβάλλονταν εξωτερικά από ένα υψηλό τοίχο (περιβολότοιχο) και είχαν πολλά κτίσματα, ανάλογα με το μέγεθος, τον πλούτο και την προσφορά τους προς την πόλη. Ο κεντρικός ναός του, το κυριακόν, αποτελούσε σημείο αναφοράς για την οργάνωση της ζωής στο μοναστήρι. Τα υπόλοιπα κτίσματα συνήθως τοποθετούνταν γύρω από αυτό. Η τράπεζα (εστιατόριο), το μαγειρείο με τους φούρνους και τα κελλιά των μοναχών ήταν από τα πιο απαραίτητα κτίσματα. Εξίσου απαραίτητες ήταν οι αποθήκες των τροφίμων (δοχεία), οι χώροι φιλοξενίας (αρχονταρίκι) και τα λουτρά. Όσα μοναστήρια ήταν κέντρα προσκυνήματος, είχαν στοές και παρεκκλήσια για την παραμονή και τη φιλοξενία (εγκοίμηση) αρρώστων που περίμεναν να γίνουν καλά από τον θαυματουργό άγιο (ή αγία) στον οποίο ήταν αφιερωμένη η μονή. Άλλα κτίρια λειτουργούσαν ως νοσοκομεία που χρησιμοποιούνταν και από λαϊκούς ασθενείς, πτωχοκομεία, ορφανοτροφεία και σχολεία. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι μονές κτίστηκαν σε σημαντικά σημεία της πόλης για τον καλύτερο έλεγχό τους· για παράδειγμα, η μονή Βλατάδων της Θεσσαλονίκης φτιάχτηκε δίπλα στη μεγάλη υπόγεια κινστέρνα, όπου κατέληγε ένας από τους υδαταγωγούς που έφερνε νερό από τον Χορτιάτη. Σε άλλες περιπτώσεις, η θέση των μονών στις άκρες της πόλης και δίπλα στα τείχη, ενδεχομένως να ενίσχυε την άμυνα του οικισμού, όπως είναι οι περιπτώσεις των μονών Βροντοχίου και Περιβλέπτου στο Μυστρά. Τέλος, πολλά μοναστήρια είχαν αξιόλογες βιβλιοθήκες, ενώ ορισμένα ήταν σημαντικά κέντρα παραγωγής και αντιγραφής χειρόγραφων βιβλίων, όπως η μονή Στουδίου στη Κωνσταντινούπολη.


Βιβλιογραφία (8)


Σχόλια (0)

Νέο Σχόλιο