Οικίες
Convert HTML to PDF

Στο Βυζάντιο τα σπίτια βρίσκονταν μέσα στα τείχη της πόλης, οργανωμένα σε οικοδομικά τετράγωνα, πάνω σε ένα δίκτυο δρόμων, κυρίων και δευτερευόντων. Όσο εξελίσσονταν οι πόλεις τόσο τα σπίτια καταλάμβαναν περισσότερο χώρο, τοποθετούνταν πυκνά το ένα δίπλα στο άλλο, σε μεσοτοιχία, και στο ύστερο Βυζάντιο χτίζονταν όπου το επιτρέπει το έδαφος και η διαθέσιμη γη.

Στις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας βρίσκουμε ισόγεια σπίτια που διατάσσονταν γύρω από μία κεντρική αυλή, καθώς και πολυώροφα με δύο ή περισσότερους ορόφους που φιλοξενούσαν περισσότερες από μία οικογένειες σε διαμερίσματα. Τα σπίτια τους χτίζονταν συνήθως με απλά, φτηνά υλικά. Όμως, υπήρξαν και σπίτια πλουσίων που ξεχώριζαν για την κατασκευή τους. Για τον τρόπο οικοδόμησης των σπιτιών γνωρίζουμε κυρίως από γραπτά κείμενα και από αρχαιολογικές ανασκαφές. Τα πιο συνηθισμένα υλικά ήταν: πέτρες, τούβλα και ξύλα, και για συνδετική ύλη χρησιμοποιούσαν λάσπη από άμμο και ασβέστη. Στις φτωχικές κατασκευές αντί για άμμο χρησιμοποιούσαν χώμα, ενώ στις πιο φροντισμένες μέσα στη λάσπη προσθέτανε και κομματάκια από σπασμένο κεραμίδι (οστρακάσβεστος ή κουρασάνι)· με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνανε να αυξήσουν την αντοχή του κονιάματος, ενώ ταυτόχρονα τα κεραμικά ψήγματα λειτουργούσαν και ως μονωτικά υλικά. Τα ξύλα συχνά χρησίμευαν για τους ξυλοδεσμούς , τα χαγιάτια και τις αρχιτεκτονικές προεξοχές, ενώ στην υστεροβυζαντινή Κωνσταντινούπολη υπήρχαν και πολυώροφες οικίες κατασκευασμένες εξ ολοκλήρου από ξύλο. Δυστυχώς, είναι λίγα τα δείγματα της κοσμικής αρχιτεκτονικής που μας έχουν διασωθεί. Προφανώς σε αυτό συντέλεσε η ευτελής κατασκευή τους, αλλά και το γεγονός της επαναχρησιμοποίησης υλικών ή και ολόκληρων μελών παλιών σπιτιών σε νεότερες κατασκευές., με αποτέλεσμα να μην διασώζονται πολύ παλιά κτίσματα.

Η πολύ πυκνή δόμηση στις πόλεις ανάγκασε το κράτος να επέμβει με νόμους οικοδομικούς και πολεοδομικούς που ρύθμιζαν πώς θα χτίζονται τα σπίτια και πώς θα διαμορφώνονταν σε γειτνίαση το ένα με το άλλο, προκειμένου  το αποτέλεσμα να είναι ωραίο αισθητικά και να εξασφαλίζονται οι όροι υγιεινής, δηλαδή να είναι ευάερα (να αερίζονται) και ευήλια (να τα βλέπει ο ήλιος).

Για παράδειγμα, το διάταγμα του αυτοκράτορα Ζήνωνα όριζε: πόσους ορόφους μπορούσε να έχει μια κατοικία, πώς θα κτίζονταν τα μπαλκόνια και τα κλιμακοστάσια, και ότι έπρεπε να απέχουν τα σπίτια μεταξύ τους 12 πόδια, διαφορετικά να μην ανοίγουν παράθυρο προς τη μεριά του διπλανού τους. Σχετική Νεαρά του Ιουστινιανού για την περιοχή της Κωνσταντινούπολης όριζε ότι το ύψος ενός σπιτιού δεν έπρεπε να εμποδίζει το φως να φτάνει στη γειτονική οικία και ταυτόχρονα δεν έπρεπε να του κόβει τη θέα προς τη θάλασσα. Επίσης, οι πλούσιοι ιδιοκτήτες οικιών ήταν υποχρεωμένοι να επισκευάζουν και να καλλωπίζουν (ομορφαίνουν) με μάρμαρα τις προσόψεις των σπιτιών τους, ώστε να προσφέρουν «κάλλος μεν τη πόλει, ψυχαγωγίαν δε τοις βαδίζουσι» (ομορφιά για την πόλη και ευχαρίστηση στους περαστικούς). Τέλος, για λόγους ασφαλείας, το Στρατηγικόν του Κεκαυμένου συνιστούσε να μην υπάρχουν σπίτια κολλητά στα τείχη, αν και αυτή η απαγόρευση συχνά δεν εφαρμοζόταν.

Στο ισόγειο των σπιτιών της μέσης Βυζαντινής περιόδου, βρίσκουμε στοιχεία που θα ταίριαζαν σε ένα αγροτόσπιτο: μεγάλα πιθάρια για το λάδι, το κρασί και τα δημητριακά μαρτυρούν ότι χρησιμοποιούνταν ως αποθηκευτικοί χώροι, καθώς και εξοπλισμό, όπως είναι η περίπτωση ενός μύλου για το άλεσμα των δημητριακών που αναφέρεται σε μια περιγραφή σπιτιού στην Κωνσταντινούπολη.

Δεν γνωρίζουμε εάν υπήρχαν συνοικίες πλουσίων χωριστές αυτές των φτωχών. Ο Μυστράς αποτελεί περίπτωση πόλης όπου τα αρχοντόσπιτα ήταν συγκεντρωμένα στην άνω πόλη, κοντά στα παλάτια των Δεσποτών. Κάτι τέτοιο παρατηρείται και στην πόλη της Αδριανούπολης, όπου οι άρχοντες κατοικούσαν στην άνω πόλη, μεταξύ ακρόπολης και ενδιάμεσου τείχους. Δεν αποκλείεται, το ενδιάμεσο τείχος που δημιουργείται σε αρκετές πόλεις μετά τη Μεσοβυζαντινή περίοδο να χώριζε την πόλη σε συνοικίες, ανάλογα την κοινωνική τους θέση.

Στις βυζαντινές πόλεις υπάρχουν και μειονότητες που μένουν σε χωριστές συνοικίες, όπως οι Εβραίοι, και έμποροι άλλων εθνικοτήτων (πχ. Ιταλοί), οι οποίοι συχνά έμεναν και εκτός τειχών. Για τον εβραϊκό πληθυσμό, η συνήθεια αυτή ατόνησε με τα χρόνια, παρόλο που διατήρησε την τάση απομόνωσής του.


Βιβλιογραφία (10)


Σχόλια (0)

Νέο Σχόλιο