Δρόμοι
Convert HTML to PDF

Οι δρόμοι, από τα βασικά συστατικά στοιχεία μιας πόλης σε κάθε αστικοποιημένη κοινωνία, αποτελούν διαδρόμους για τη διέλευση ανθρώπων, οχημάτων και αγαθών. Και όπως αλλάζουν μορφή οι πόλεις, με την πάροδο των αιώνων, έτσι και οι δρόμοι δεν μένουν αμετάβλητοι – αντίθετα, αλλάζουν μορφή μαζί με την πόλη, αν δεν προσφέρουν οι ίδιοι στο κριτικό μάτι τα πρώτα σημάδια των μεταβολών του αστικού τοπίου.

Κατά την περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητας, η αυτοκρατορία ουσιαστικά ήταν ένα σύνολο πόλεων με κληρονομημένα πολεοδομικά χαρακτηριστικά: οι περισσότερες είχαν υιοθετήσει το γνωστό ιπποδάμειο σύστημα, με την ορθολογιστική οργάνωση, τις κάθετες μεταξύ τους οδούς και τον επιμερισμό στη χρήση της γης (θρησκευτικός, πολιτικο-οικονομικός, οικιστικός). Οι νέες πόλεις, όμως, της αυτοκρατορικής περιόδου, σχεδιάστηκαν με βάση την οργάνωση των ορθογώνιου σχήματος στρατοπέδων του Ρωμαϊκού στρατού: το σχήμα αυτό μεταφέρθηκε στη μεγάλη κλίμακα ως ορθογώνια περίμετρος τειχών με δύο κύριες οδούς, κάθετες μεταξύ τους αλλά παράλληλες προς τα σημεία του ορίζοντα: τον decumanus maximus, με κατεύθυνση Ανατολή-Δύση, και την cardo, με κατεύθυνση Βορράς-Νότος, οι οποίες ξεκινούσαν από το κέντρο της πόλης, όπου βρισκόταν το Φόρουμ, και κατέληγαν σε πύλες των τειχών. Οι κύριοι αυτοί δρόμοι διέθεταν και στις δύο πλευρές τους στοές, που στέγαζαν εμπορικά καταστήματα και εργαστήρια. Στους δρόμους αυτούς κατέληγαν άλλες κύριες οδοί με τοξοστοιχίες στοών, αλλά και μικρότερες οδοί ανάμεσα στις οικοδομικές νησίδες (insulae).

Οι μεγάλες πρωτεύουσες της εποχής δεν αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα πόλεων με ορθογώνιο πολεοδομικό σύστημα – ωστόσο, είναι δυνατόν να δώσουν μια σαφή ιδέα για την εφαρμογή γενικών πολεοδομικών αρχών, όπως οι παραπάνω, σε ιδιόμορφα φυσικά ανάγλυφα. Η Κωνσταντινούπολη, που απλωνόταν σε επτά λόφους, όπως και η παλαιά πρωτεύουσα Ρώμη, διέθετε μια κεντρική λεωφόρο, τη «Μέση», που ξεκινούσε από την κεντρική πύλη των ανακτόρων, περνούσε από τους Φόρους (fora) με τις δημόσιες, πολιτικές και οικονομικές, λειτουργίες και στο Φιλαδέλφειον διαιρούνταν σε δύο οδούς που κατέληγαν σε ισάριθμες πύλες των τειχών. Στη «Μέση» και στις άλλες κάθετες προς αυτήν οδούς, κατέληγαν ελάσσονες δρόμοι μεταξύ ιδιοκτησιών. Η Ιερουσαλήμ διασχιζόταν από Βορρά προς Νότον από δύο κεντρικές οδικές αρτηρίες που άρχιζαν από την ημικυκλική πλατεία στην πύλη της Δαμασκού· η μία έβαινε κάθετα στην οριζόντια οδό decumanus, που περνούσε από το ύψος του πραιτωρίου και κατέληγε κοντά στην πύλη του Δαβίδ, ενώ η άλλη έβαινε παράλληλα στην δυτική πλευρά του τείχους του Ναού του Σολομώντα, μέσα στο ρέμα της κοιλάδας του Τυροποιείου. Ενδιαφέρουσες πολεοδομικές ρυθμίσεις και οικοδομικούς περιορισμούς διασώζει, ιδιαίτερα για τις πόλεις της Παλαιστίνης, το κείμενο του Ιουλιανού από την Ασκαλώνα, που μάλλον εργαζόταν ως αρχιτέκτονας στην πόλη αυτή στα χρόνια του Ιουστινιανού .
 
Στα τέλη του 6ου αιώνα αρχίζει να γίνεται ιδιαίτερα εμφανής η σταδιακή αλλαγή της αστικής ζωής, απόρροια της οικονομικής ύφεσης και των εχθρικών επιδρομών και εγκαταστάσεων, η οποία οδηγεί στην αλλαγή τη όψης του αστικού τοπίου. Οι πόλεις συρρικνώνονται σε έκταση, τα μνημειακά οικοδομήματα λόγω έλλειψης συντήρησης ερειπώνονται, οι παλαιές αστικές επαύλεις με τα πολλά δωμάτια και τους μεγάλους χώρους κατατέμνονται με πρόχειρα χωρίσματα και αποβαίνουν χώροι διαμονής πολλών οικογενειών μαζί. Ανάμεσα στις κατοικίες, ο παλιός αστικός ιστός συμπίπτει με τον καινούργιο μόνο στο κύριο οδικό δίκτυο. Σε ορισμένες πόλεις διατηρείται το σύστημα της διασταύρωσης των κεντρικών λεωφόρων, ενώ σε άλλες εξακολουθεί να βρίσκεται σε χρήση μόνον ο παλιός κεντρικός δρόμος προς τον οποίο οδηγούν μικρότεροι και στενότεροι δρόμοι, εν πολλοίς καταπατημένοι από προχειροκατασκευασμένα σπίτια. Για παράδειγμα, στη Θεσσαλονίκη, η κεντρική οδός (via regia) που βρισκόταν στον άξονα της σημερινής Εγνατίας, συνέχιζε να ήταν μια κανονική ευρεία «μέση οδός», ενώ η οδός των Παναθηναίων, που διέσχιζε λοξά την πυκνοκατοικημένη συνοικία της Αγοράς στην Αθήνα και έφτανε μέχρι την είσοδο της Ακρόπολης, συνέχισε να χρησιμοποιείται. Σπάνια ορισμένοι δρόμοι διαφοροποιούνταν εξαιτίας μιας ιδιαίτερης λειτουργίας τους, εμπορικής ή θρησκευτικής. Οι πόλεις στο μέσο και ύστερο Βυζάντιο διέθεταν λίγους κεντρικούς δρόμους και αρκετές παρόδους, εκατέρωθεν των οποίων ήταν κτισμένα σπίτια ή μαντρότοιχοι αυλών. Δεδομένου ότι δεν φαίνεται να υπήρχε πρόβλεψη για τη διαχείριση των αστικών λυμάτων, αυτά κατέληγαν στο δρόμο. Έτσι, οι λακκούβες, οι λάσπες, οι κοπριές και τα σκουπίδια συνέθεταν την καθημερινή όψη των δρόμων.

Την ίδια περίοδο ιδρύθηκαν και καινούργιοι οικισμοί, οι γνωστές πόλεις-κάστρα σε φυσικά οχυρές θέσεις. Οι δρόμοι ξεκινούσαν από τις λίγες πύλες της οχύρωσης και προσαρμόζονταν στο ανάγλυφο του εδάφους. Ήταν κατά κανόνα στενοί, σκολιοί και ανηφορικοί, λιθόστρωτοι και μεταβλητού πλάτους, ανάλογα με το διαθέσιμο χώρο, λειτουργώντας μάλλον ως περάσματα ανάμεσα στα πυκνοκτισμένα σπίτια. Μάλιστα, λόγω της απότομης κλίσης οι οδοί συχνά διακόπτονται από σκαλοπάτια, γεγονός που απέκλειε τα τροχοφόρα. Στο Μυστρά και τη Μονεμβασία συναντούμε την ίδια εικόνα με τα στενά ανηφορικά καλντερίμια , ενώ οι κύριοι δρόμοι ακολουθούσαν την κλίση του εδάφους και τους βασικούς άξονες της οχύρωσης. Στο Μυστρά ορισμένοι δρόμοι είναι πολύ στενότεροι από το όριο των 10 ποδών (περ. 3 μ.), που είχε θεσπίσει ο Ιουλιανός ο Ασκαλωνίτης, ενώ απαντούν και «φαλτσογωνιές», πλάγιες αποτμήσεις στις γωνίες των σπιτιών που πλαισιώνουν το δρόμο, για την κατά τόπους διαπλάτυνση της οδού και τη διευκόλυνση των μετακινήσεων. Επίσης, ορισμένες φορές η διέλευση των περαστικών γινόταν κάτω από «δρομικές» ή «διαβατικά», δηλαδή θολοσκέπαστους κοινόχρηστους διαδρόμους που εκτείνονταν κάτω από ιδιωτικές ιδιοκτησίες σε όροφο.

Δεν έχει ακόμη διακριβωθεί αν οι οικοδομικοί κανονισμοί που ίσχυαν για την Κωνσταντινούπολη, οι οποίοι έχουν διασωθεί σε ποικίλα αυτοκρατορικά διατάγματα που ανήκουν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, ίσχυσαν για κάποια περίοδο σε όλη την αυτοκρατορία. Επίσης, δεν έχει διακριβωθεί αν οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στην «Εξάβιβλο» του Κωνσταντίνου Αρμενοπούλου, που διέσωσε σε παράρτημα του βιβλίου του και το κείμενο του Ιουλιανού του Ασκαλωνίτη, εφαρμόζονταν και στις επαρχιακές πόλεις. Πάντως, το νέο Ελληνικό κράτος κράτησε σε ισχύ τις διατάξεις της «Εξαβίβλου» πριν από την οργάνωση του πρώτου Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού.


Βιβλιογραφία (10)


Σχόλια (0)

Νέο Σχόλιο