Αθλήματα (Ιππόδρομος)
Convert HTML to PDF

Ο αθλητισμός στο Βυζάντιο δεν είχε τη μορφή και τη θέση που κατείχε στον αρχαιοελληνικό κόσμο: οι νέοι δεν ασχολούνταν συστηματικά με τον αθλητισμό, ο αθλητισμός έπαψε να είναι ένα μέσον εκπαίδευσης, και οι αγώνες αποτελούσαν καθαρό θέαμα. Στον 2ο-1ο αι. π.Χ, οι αθλητές ήταν πλέον ειδικοί επαγγελματίες, οι οποίοι  επιδείκνυαν τις ικανότητές τους στους αγώνες, και πληρώνονταν για αυτήν τους την απασχόληση με μισθό. Οι αγώνες συχνά δεν ήταν δίκαιοι: οι ελλανοδίκες και οι κριτές χρηματίζονταν και έστηναν τους αγώνες.

Μετά την καθιέρωση του Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας της αυτοκρατορίας (381 μ.Χ.) από τον Θεοδόσιο τον Α’ , καταργήθηκαν όλοι οι αγώνες που διατηρούσαν ειδωλολατρικά στοιχεία, όπως τα Ολύμπια (394 μ.Χ.). Οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς σε κείμενά τους καταδίκαζαν τη γυμνότητα των μίμων και των μιμάδων, οι οποίοι εμφανίζονταν γυμνοί και διακωμωδούσαν τις χριστιανικές τελετές και τους μάρτυρες της πίστης. Ωστόσο, οι Πατέρες ενθάρρυναν τη φροντίδα του σώματος, γιατί μέσα από τη φροντίδα προέκυπταν υγιείς πολίτες.

Από τον Κώδικα του Ιουστινιανού (529 μ.Χ.) μαθαίνουμε ότι τα επιτρεπόμενα αγωνίσματα ήταν: η πάλη, το άλμα εις ύψος, το άλμα εις μήκος και ο ακοντισμός. Παραδοσιακοί αθλητικοί χώροι, όπως το στάδιο, το γυμνάσιο και η παλαίστρα συνέχισαν να είναι σε χρήση κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, αλλά όταν άρχισαν να εμφανίζονται οικονομικά προβλήματα, από τον 6ο αιώνα και μετά, οι χώροι έμειναν χωρίς συντήρηση, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθούν και να γίνουν ερείπια. 


Ιππόδρομος

Ο ιππόδρομος ήταν ένα μεγάλο υπαίθριο κτίριο αρματοδρομιών και θεαμάτων, που έμοιαζε με αρχαιοελληνικό στάδιο. Η Ρώμη είχε τον μεγαλύτερο και αρχαιότερο ιππόδρομο, ενώ ιπποδρόμους απέκτησαν η Κωνσταντινούπολη και όλες οι μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας, όπως η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, η Καρχηδόνα και η Θεσσαλονίκη. Οι αρματοδρομίες πραγματοποιούνταν σε τακτές ημερομηνίες, τις Κυριακές και σε μεγάλες θρησκευτικές γιορτές. Ιπποδρομικοί αγώνες γίνονταν επίσης και με την ευκαιρία διάφορων επίσημων εορτασμών, όπως η επίσημη ανακήρυξη ενός νέου βασιλέα, τα βασιλικά γενέθλια, η τέλεση γάμων στο παλάτι κ.ά. Στον ιππόδρομο ο λαός είχε την ευκαιρία να εκφράσει δημόσια τις απόψεις του για την πολιτική του αυτοκράτορα: εκεί τον επευφημούσε όταν ήταν ευχαριστημένος ή δήλωνε τη δυσαρέσκειά του και ζητούσε ικανοποίηση των αιτημάτων του. 

Ο ιππόδρομος της Κωνσταντινούπολης ιδρύθηκε στα τέλη του 2ου αιώνα από τον Σεπτίμιο Σεβήρο, ως αντίγραφο του αντιστοίχου της Ρώμης. Ανακαινίστηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο στις αρχές του 4ου αιώνα και η λειτουργία του είναι γνωστή μέχρι τον 12ο αιώνα. Είχε σχήμα πετάλου, με δύο μακριές πλευρές. Η μια του άκρη του είχε ανοίγματα που έκλειναν με πόρτες με κάγκελα, και από εκεί ξεκινούσαν τα άρματα. Η άλλη του άκρη ήταν κλειστή και σε αυτήν έπαιρναν τα άρματα στροφή. Ο στίβος είχε στη μέση ένα στενόμακρο εμπόδιο, τον εύριπο, που διαιρούσε τον χώρο σε δύο μέρη. Ο εύριπος είχε ολόγυρα μια τάφρο με νερό. Πάνω στον εύριπο βρίσκονταν αναθήματα και γλυπτά για τη χρονομέτρηση και τη μέτρηση των γύρων, ενώ στα άκρα του ήταν οι καμπτοί (καμπτήρες), τα όρια γύρω από τα οποία έστριβαν τα άρματα. Οι θεατές κάθονταν σε κερκίδες από τις δυο πλευρές του στίβου, καθώς και στο πέταλο της σφενδόνης . Κάτω από τις κερκίδες υπήρχαν βοηθητικοί χώροι (στάβλοι, αποθήκες φύλαξης των αρμάτων, χώροι προετοιμασίας κ.ά.), ενώ στην κορυφή ένας διάδρομος με κολώνες που συνδέονταν μεταξύ τους με τόξα πρόσφερε στους θεατές πανοραμική θέα της πόλης. Στο μέσον της μακράς πλευράς του ιπποδρόμου ήταν κατασκευασμένο το Κάθισμα, το ιδιαίτερο βασιλικό θεωρείο, απ΄ όπου παρακολουθούσε τους αγώνες ο αυτοκράτορας, απομονωμένος από τις τριγύρω κερκίδες. Το Κάθισμα είχε στο εσωτερικό του αίθουσες συμποσίων και ανάπαυσης για τον αυτοκράτορα, τους αξιωματούχους και τους αυλικούς.

Την παραμονή των αγώνων οι δήμοι κρεμούσαν στην πύλη του ιπποδρόμου ένα πανί, το βήλον, που ανήγγειλε ότι την επόμενη μέρα θα πραγματοποιηθούν αγώνες. Η τελική σειρά των αρματοδρομιών αποφασιζόταν με επίσημη κλήρωση το απόγευμα της ίδιας μέρας. Τις ημέρες των αγώνων κανείς δεν εργαζόταν: καταστήματα, εργαστήρια, ναυπηγεία, όλα ήταν κλειστά, και κόσμος από όλες τις τάξεις, ακόμη και κληρικοί, συνέρρεαν στον ιππόδρομο. Όταν ο αυτοκράτορας εμφανιζόταν στο Κάθισμα μετά τις επευφημίες, σήκωνε το χέρι του με το οποίο κρατούσε τη μάππα, ένα λευκό λινό ύφασμα· όταν το άφηνε να πέσει, ήταν το σύνθημα για να αρχίσει η αρματοδρομία. Από τα τέσσερα άρματα που εμφανίζονταν στον αγωνιστικό χώρο, ένα από κάθε δήμο, κέρδιζε αυτό που θα έκανε πρώτο επτά πλήρεις περιφορές γύρω από τον εύριπο. Οκτώ αρματοδρομίες διεξάγονταν κατά τη διάρκεια της ημέρας, τέσσερις το πρωί και τέσσερις το απόγευμα. Στο μεταξύ, ένα μεγάλο διάλειμμα επέτρεπε στους θεατές να γευματίσουν και να ψυχαγωγηθούν από χορευτές, ηθοποιούς, μίμους, ακροβάτες, αλλά και θηριοδαμαστές με άγρια ζώα. Τα θεάματα αυτά είχαν σκοπό να κρατήσουν το ενδιαφέρον του κοινού και να αποφύγουν τυχόν βίαιες εκδηλώσεις του.
 
Οι τέσσερις ομάδες, οι δήμοι, που λάμβαναν μέρος στις αρματοδρομίες, ήταν πλήρη αθλητικά σωματεία, με ιδιαίτερα σημαντική δύναμη και επιρροή στο λαό της πρωτεύουσας. Έπαιρναν τα ονόματά τους, Πράσινοι, Βένετοι (Γαλάζιοι), Λευκοί και Ρούσσιοι (Κόκκινοι), από το χρώμα της ενδυμασίας του οδηγού του δικού τους άρματος (ηνίοχος). Οι δήμοι διέθεταν δικά τους άλογα, άρματα, εγκαταστάσεις και προσωπικό, όπως ιππίατρους και νοτάριους για τα πρακτικά των αποφάσεων και την τήρηση των λογαριασμών, χαρτουλάριους για τα αρχεία, ποιητές για τα συνθήματα των αγώνων, μουσικά όργανα και οργανοπαίκτες. Οι δήμοι αναλάμβαναν την απόκτηση και συντήρηση των αλόγων, την πληρωμή των ηνιόχων, τη διανομή των εισιτηρίων. Επίσης, είχαν παράλληλη κοινωνική και πολιτική παρουσία: τα μέλη τους αλληλοβοηθούνταν, βοηθούσαν στην κατασκευή δημόσιων έργων ή συμμετείχαν στην υπεράσπιση της πρωτεύουσας, αν υπήρχε ανάγκη. 


Άλλα μεσαιωνικά αγωνίσματα


Δημοφιλές άθλημα στην αυτοκρατορική αυλή και στην αριστοκρατία ήταν το τζυκάνιον, που μάλλον εισήχθη από την Περσία και παιζόταν σε ανοιχτό γήπεδο, το τζυκανιστήριον, όπου έφιπποι παίχτες προσπαθούσαν με ειδικά μακριά μπαστούνια να κτυπήσουν μια μπάλα και να βάλουν τέρματα. Άλλα δημοφιλή παιχνίδια της αριστοκρατίας ήταν ο τορνεμές και η τζόστρα που εισήχθησαν από τη Δύση και παίζονταν με τους κανόνες των ιπποτικών συμπλοκών. Στην τζόστρα ένας έφιππος με ασπίδα, περικεφαλαία και κοντάρι προσπαθούσε να ρίξει τον αντίπαλό του από το άλογο, ενώ στον τορνεμέ, αντίστοιχης φιλοσοφίας αγώνισμα, η συμπλοκή πραγματοποιούνταν μεταξύ δύο ομάδων εφίππων αντιμέτωπων. 




Βιβλιογραφία (5)


Σχόλια (0)

Νέο Σχόλιο