O ναός της Παναγίας Οδηγήτριας ή Αφεντικό


O ναός της Παναγίας Οδηγήτριας ή Αφεντικό αποτελεί το νέο καθολικό της μονής Βροντοχίου και βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της κάτω πόλης του Μυστρά, σε επαφή με το ισχυρό τείχος του οικισμού. Κτίστηκε περί το 1310 από τον δραστήριο ηγούμενό της Παχώμιο, ο οποίος κατάφερε, σύμφωνα με τα τοιχογραφημένα χρυσόβουλα στο νοτιοδυτικό παρεκκλήσι του ναού, να πετύχει την αυτοκρατορική επικύρωση και παραχώρηση μεγάλων εκτάσεων γης στην Πελοπόννησο και να οριστεί ισόβιος ηγούμενός της.

Πρόκειται για ένα μεγάλο και επιβλητικό κτίριο δύο ορόφων που εισάγει μια αρχιτεκτονική πρωτοτυπία: ενώ στο ανώτερο τμήμα έχει τη μορφή σταυροειδούς εγγεγραμμένου πεντάτρουλου ναού με νάρθηκα και υπερώα, στο ισόγειο έχει τη μορφή βασιλικής που χωρίζεται με δύο τοξωτές κιονοστοιχίες σε τρία κλίτη. Ο τύπος αυτός γνωστός ως «μικτός τύπου Μυστρά» χρησιμοποιήθηκε και σε άλλα μνημεία της περιοχής (Παντάνασσα, Άγιος Δημήτριος). Η τοιχοδομία του κυρίως ναού αποτελείται από αδρά πελεκημένους λίθους με αραιές σειρές πλίνθων, και αρχικά θα πρέπει να ήταν επιχρισμένη. Η ανατολική πλευρά του κτιρίου διατηρεί την αρχική της μορφή και παρουσιάζει τεχνοτροπικά στοιχεία όμοια με αυτά των μνημείων της Κωνσταντινούπολης αυτής της περιόδου. Οι αψίδες του ιερού και των παραβημάτων χωρίζονται σε ζώνες με παράθυρα και τυφλά (χτισμένα) αψιδώματα. Στην ανώτερη ζώνη χαμηλές και επίπεδες κόγχες με διπλά πλίνθινα τόξα, ολοκληρώνουν την εξωτερική κόσμηση του ναού. Ο ναός περιβαλλόταν από προστώα σε διάταξη σχήματος Π που στεγαζόταν με σφαιρικούς τρούλους. Το νότιο προστώο υπέστη μετατροπές κατά το 14o αιώνα. Τότε τοιχίστηκαν τα ανοίγματα του ισογείου και μετατράπηκαν σε κόγχες που δέχτηκαν ταφές, και ο χώρος διαμορφώθηκε σε κοιμητηριακό παρεκκλήσι. Δύο επιπλέον παρεκκλήσια διαμορφώθηκαν στα άκρα του νάρθηκα και δύο ισόγεια στη βόρεια στοά. Το τριώροφο κωδωνοστάσιο του ναού, κτισμένο στα νότια του δυτικού προστώου, ακολουθεί το πλινθοπερίκλειστο σύστημα τοιχοδομίας. Εξωτερικά, ο όροφος διαχωρίζεται από το ισόγειο με μαρμάρινο κοσμήτη και φέρει τρίλοβα παράθυρα που κοσμούνται με πλίνθινα τόξο. Σε ανώτερο επίπεδο, τυφλές (κτισμένες) αβαθείς κόγχες ολοκληρώνουν την εξωτερική όψη του κωδωνοστασίου.

Ο εσωτερικός διάκοσμος ήταν πλούσιος και συνδύαζε γλυπτό διάκοσμο, ορθομαρμαρώσεις και τοιχογραφίες. Από τον γλυπτό διάκοσμο και τις σπάνιες για την εποχή ορθομαρμαρώσεις σήμερα σώζονται ελάχιστα μόνο δείγματα, ενώ ο τοιχογραφικός διάκοσμος που χρονολογείται σε διαφορετικές περιόδους, διατηρείται αποσπασματικά στον κυρίως ναό και σε καλύτερη κατάσταση στα παρεκκλήσια. Στον ναό, ο τοιχογραφικός διάκοσμος που χρονολογείται στην δεύτερη δεκαετία του 14oυ αιώνα και αποτελεί προφανώς έργο ζωγράφων της Κωνσταντινούπολης προσφέρει έναν εκτεταμένο Χριστολογικό κύκλο και πλήθος αγίων μαρτύρων και οσίων στα πλάγια κλίτη, ιεραρχών και διακόνων στο ιερό, πατριαρχών, προφητών και αποστόλων στα υπερώα. Στα παρεκκλήσια οι συνθέσεις αναδεικνύουν την προσωπικότητα του κτήτορα Παχώμιου. Στο νοτιοδυτικό παρεκκλήσι, γνωστό ως το παρεκκλήσι των χρυσοβούλλων, τέσσερις άγγελοι κρατούν με ρυθμική χάρη δόξα κατεστραμμένου σήμερα Χριστού, απ’ όπου κατέρχονται δέσμες φωτός με θεϊκή χείρα, που κρατούν τα χρυσόβουλλα των αυτοκρατόρων Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου και Μιχαήλ Θ΄. Το βορειοδυτικό παρεκκλήσι αποτελεί τον ταφικό χώρο του Παχωμίου και απεικονίζει σε επάλληλες σειρές χορούς αγίων να προσέρχονται στον Χριστό της Δέησης, ενώ σε αρκοσόλιο της δυτικής πλευράς ο Παχώμιος προσφέρει ομοίωμα του ναού στην Οδηγήτρια. Στη βόρεια πλευρά βρίσκεται ο τάφος του δεσπότη Θεόδωρου Α΄ Παλαιολόγου (1384-1407), που είχε γίνει, σύμφωνα και με την επιτύμβια τοιχογραφία, μοναχός με το όνομα Θεοδώρητος.

Μεταγενέστερος είναι ο διάκοσμος του νοτιοανατολικού παρεκκλησίου, πιθανώς των Τριών Ιεραρχών, καθώς σε αυτό απεικονίζεται το όραμα του αγίου Ιωάννου Ευχαΐτων, που η εξήγησή του οδήγησε στην καθιέρωση της κοινής γιορτής τους. Σύμφωνα με το μονόγραμμα του συγκέλλου και ηγουμένου Κυπριανού πάνω από την είσοδο του παρεκκλησίου, οι τοιχογραφίες μπορούν να χρονολογηθούν στα 1366. Τέλος, οι τοιχογραφίες της νότιας στοάς που αποτέλεσε χώρο ταφής αρχόντων, όπως φανερώνει η επιλογή των σκηνών στο θόλο και οι ταφικές παραστάσεις του κεκοιμημένου Κανιώτη και της γυναίκας του στο δυτικό αρκοσόλιο και ενός άλλου αξιωματούχου στο βόρειο τοίχο, χρονολογούνται στους επόμενους χρόνους του 14ου αιώνα.

Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ο ναός χρησιμοποιήθηκε ως τζαμί και κάποια στιγμή εγκαταλείφθηκε εντελώς. Στις αρχές του 19ου αιώνα, κίονες από τις τοξοστοιχίες αφαιρέθηκαν για να χρησιμοποιηθούν αλλού, ενώ ο κεντρικός τρούλος και τμήμα των υπερώων κατέρρευσαν.
 
 


Γλωσσάρι (20)

καθολικό: ο κυρίως ναός του μοναστηριού. Κατά κανόνα ήταν ο μεγαλοπρεπέστερος και βρισκόταν σε κεντρικό σημείο της αυλής.
χρυσόβουλλο: επίσημο δημόσιο έγγραφο – διάταγμα των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου που έφερε χρυσή σφραγίδα στη μεταξωτή ταινία που το συνόδευε, με την οποία βεβαιωνόταν η αυθεντικότητα του διατάγματος.
παρεκκλήσι: πρόκειται για μικρών διαστάσεων ναΐσκο, ο οποίος είτε είναι αυτόνομος είτε ανήκει σε κάποιο ίδρυμα ή εξαρτάται από μεγαλύτερο ναό. Στο Βυζάντιο τα παρεκκλήσια είχαν συχνά ταφική χρήση.
σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός με τρούλο: τύπος εκκλησίας στην οποία ο κεντρικός τρούλος στηρίζεται σε τέσσερις καμάρες που αποτελούν τις κεραίες ενός ισοσκελούς σταυρού. Στις τέσσερις γωνίες διαμορφώνονται γωνιακά διαμερίσματα, τα οποία στεγάζονται με σταυροθόλια ή τρουλίσκους. Έτσι ο ναός σχηματίζει σταυρό εγγεγραμμένο σε τετράγωνο ή ορθογώνιο χώρο, ενώ εξωτερικά μέσα από τον ξεχωριστό τρόπο κάλυψης των στεγών προβάλλει το σημείο του σταυρού.
νάρθηκας: ο νάρθηκας είναι η στενόμακρη αίθουσα που εκτείνεται σε όλο το μήκος της δυτικής πλευράς της βασιλικής. Προήλθε από την ανατολική στοά του αιθρίου, η οποία ενσωματώθηκε στον ναό. Χρησίμευε ως χώρος παραμονής των κατηχουμένων, οι οποίοι δεν επιτρεπόταν να παρακολουθήσουν το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας.
υπερώο: όροφος που αναπτύσσεται περιμετρικά του ναού επάνω από τα πλάγια κλίτη και το νάρθηκα.
βασιλική: δρομικός τύπος εκκλησίας μεγάλων διαστάσεων. Εσωτερικά υποδιαιρούνταν συνήθως σε τρία ή και περισσότερα κλίτη. Κατά κανόνα το μεσαίο κλίτος καλύπτεται από υπερυψωμένη στέγη που διατρυπάται από παράθυρα που φωτίζουν τον χώρο.
κιονοστοιχία: σειρά κιόνων που τοποθετούνται γύρω και μέσα σε οικοδομήματα.
κλίτη: οι διάδρομοι που διαμορφώνονται στο εσωτερικό των ναών μεταξύ των κιονοστοιχιών στις βασιλικές. Ο αριθμός τους ποικίλλει από τρία ως εννέα με ευρύτερο και ψηλότερο το κεντρικό.
αψίδα: η ημικυκλική απόληξη της ανατολικής πλευράς των βασιλικών. Εσωτερικά καλύπτεται με θόλο και είναι ημικυκλική, ενώ εξωτερικά καλύπτεται με κλιμακωτή στέγη και μπορεί να είναι πεταλόσχημη, ορθογώνια ή και πολυγωνική.
βήμα (ιερό βήμα): πρόκειται για το ανατολικό τμήμα του ναού που καταλήγει σε αψίδα. Είναι συνήθως υπερυψωμένο σε σχέση με το δάπεδο του κυρίως ναού κατά ένα έως τρία σκαλοπάτια. Ο όρος προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «βαίνω», και λόγω της ιερότητας και ιδιαιτερότητάς του ο χώρος ονομάστηκε ιερό βήμα.
πρόστωο: είδος στοάς που σχηματιζόταν μπροστά στην είσοδο των κτιρίων και αποτελούνταν από μια κιονοστοιχία που στήριζε την προέκταση της οροφής που προστάτευε την είσοδο.
τρούλος: ημισφαιρικός θόλος που στηρίζεται σε κυλινδρικό ή πολυγωνικό τύμπανο. Χρησιμοποιείται ευρύτατα στη χριστιανική εκκλησιαστική αρχιτεκτονική.
πλινθοπερίκλειστο σύστημα: τρόπος δόμησης κατά τον οποίο ισόδομοι λίθοι πλαισιώνονται από πλίνθους (τούβλα) οριζόντια και κάθετα τοποθετημένες μέσα στο κονίαμα των οριζόντιων και κάθετων αρμών, σε μονές ή διπλές σειρές.
κοσμήτης: αρχιτεκτονικό μέλος που διαχωρίζει καθύψος τις επιφάνειες, τόσο τις εσωτερικές, όσο και τις εξωτερικές, των ναών. Στην ουσία πρόκειται για μία λεπτή, ημικυκλικής συνήθως διατομής, προεξέχουσα ταινία.
τρίλοβο παράθυρο: τπαράθυρο με τρία ανοίγματα που απολήγουν σε τόξα.
ορθομαρμάρωση: η κάλυψη της επιφάνειας τοίχου με μαρμάρινες πλάκες
τοιχογραφία: ζωγραφική παράσταση στην επιφάνεια τοίχου ή οροφής οικοδομήματος.
Χριστολογικός κύκλος: το σύνολο των σκηνών που περιλαμβάνονται στο εικονογραφικό πρόγραμμα ενός ναού και αναφέρονται στη ζωή του Χριστού, από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, μέχρι την Ανάληψη του Χριστού.
δόξα: το κυκλικό ή ωοειδές φωτεινό σχήμα που περιβάλλει σε ορισμένες απεικονίσεις τον Χριστό, ως σύμβολο της Θείας φύσης του. Η δόξα μπορεί επίσης να μοιάζει με άστρο ή να αποτελείται από διπλούς ρόμβους. Στις περιπτώσεις που ο Χριστός περιβάλλεται από διπλή δόξα (μία ωοειδή και μία ρομβοειδή) υποδηλώνεται η παρουσία της Αγίας Τριάδας.


Πληροφοριακά Κείμενα (3)

Η μονή της Παντάνασσας: Η μονή της Παντάνασσας που δεσπόζει στο ανατολικό άκρο οχυρωμένου περιβόλου, αποτελεί το τελευταίο εκκλησιαστικό έργο της πόλης και ιδρύθηκε το 1428 από τη δεύτερη σε ιεραρχία πολιτική προσωπικότητα του Δεσποτάτου, τον πρωτοστράτορα Ιωάννη Φραγκόπουλο, όπως φανερώνει η κτητορική έμμετρη επιγραφή στο δυτικό τρούλο του υπερώου, και τα μονογράμματά του σε διάφορα σημεία του ναού. Η τειχισμένη έκταση ξεκινά από το διάμεσο τείχος που χωρίζει την Κάτω από την Άνω Πόλη του Μυστρά και εκτείνεται προς τα ανατολικά. Στο περίοπτο χαμηλότερο σημείο της, ο βυζαντινός αξιωματούχος χρηματοδότησε την ανέγερση της εκκλησίας στον αποκαλούμενο «τύπο του Μυστρά», στον τύπο δηλαδή που συνδυάζει την τρίκλιτη βασιλική στο ισόγειο με τον σταυροειδή εγγεγραμμένο στον όροφο. Ζεύγος στοών σε διάταξη σχήματος Γ –από τις οποίες η δυτική δεν διατηρείται σήμερα– και υψίκορμο κωδωνοστάσιο πλαισιώνουν τον διώροφο κτιριακό όγκο. Παράλληλα, πλήθος διακοσμητικών στοιχείων συνδυάζονται με καλαίσθητο τρόπο στις όψεις. Η διακοσμητική ποικιλία γίνεται κυρίως αντιληπτή στην ανατολική πλευρά και το τετραώροφο κωδωνοστάσιο. Το μνημείο φέρει έντονη τη δυτική επιρροή και επιβεβαιώνει τον εκλεκτικό χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής του Μυστρά στον 15ο αιώνα. Στο εσωτερικό, εκτός από τα γλυπτά σε δεύτερη χρήση και τις τοιχογραφίες του 17ου-18ου αιώνα στο ισόγειο, τα υπερώα και η ανωδομή καλύπτονται από εξαίρετη ζωγραφική του 15ου αιώνα. Τεχνοτροπικά, ακολουθούν τις τοιχογραφίες τόσο του ναού της Οδηγητρίας (Αφεντικό), όσο και της Περιβλέπτου. Ως σύνολο, κατατάσσονται μεταξύ των σημαντικότερων δημιουργιών της τελευταίας φάσης της παλαιολόγειας ζωγραφικής. Σε αψίδωμα του νάρθηκα απεικονίζεται το ταφικό πορτραίτο του βυζαντινού άρχοντα Μανουήλ Λάσκαρη Χατζίκη, που σύμφωνα με την επιγραφή εκοιμήθη το 1445. Στην κεφαλή φέρει σκιάδιον όμοιο με αυτό που φέρει ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος.
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου: Ο ναός του Αγίου Δημητρίου, πολιούχου της πόλης της Θεσσαλονίκης, βρίσκεται στο κέντρο του ιστορικού πυρήνα της πόλης, στη διασταύρωση της ομώνυμης οδού με τη νοητή προέκταση της οδού Αριστοτέλους. Στη θέση του, στα ρωμαϊκά χρόνια, υπήρχε μεγάλο συγκρότημα λουτρών, στο ανατολικό τμήμα του οποίου, την αποκαλούμενη σήμερα Κρύπτη, μαρτύρησε σύμφωνα με την παράδοση ο άγιος Δημήτριος. Μετά την έκδοση του Διατάγματος των Μεδιολάνων, οι πιστοί διαμόρφωσαν στην Κρύπτη ένα μικρό λατρευτικό οικίσκο, ενώ στον ίδιο χώρο ο έπαρχος του Ιλλυρικού Λεόντιος ανέγειρε το 412 μια βασιλική, στην οποία μεταφέρθηκε ο τάφος του αγίου μέσα σε κιβώριο που τοποθετήθηκε στο κεντρικό κλίτος. Το αρχικά ασημένιο κιβώριο που στη συνέχεια αντικαταστάθηκε με μαρμάρινο περιείχε την λάρνακα, πιθανότατα κενοτάφιο, και την εικόνα του αγίου. Η βασιλική (του 5ου αιώνα) δεν πρέπει να διέφερε σημαντικά από τον σημερινό ναό, εντούτοις η ακριβής μορφή της παραμένει άγνωστη, καθώς το κτίριο καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά, λίγο μετά τον ισχυρότατο σεισμό του 620. Ακολούθησε ανακαίνιση σε αξιοθαύμαστα σύντομο διάστημα, με την επιστασία του επισκόπου της Θεσσαλονίκης και του επάρχου Λέοντος, και το αποτέλεσμα αυτής της ανακαίνισης είναι πολύ κοντά στη σημερινή μορφή του ναού. Ήδη από τα βυζαντινά χρόνια, η τιμή του αγίου Δημητρίου, στον οποίο αποδιδόταν η προστασία της πόλης από τις εχθρικές επιδρομές, ξεπέρασε τα όρια της πόλης. Έτσι, στις εορταστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνταν προς τιμήν του αγίου στη γιορτή του, κάθε Οκτώβριο, συγκεντρώνονταν προσκυνητές από πολλές χώρες της Ευρώπης και της Ασίας. Το 1493 ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί, αφήνοντας στους χριστιανούς μόνο ένα χώρο στα βορειοδυτικά του, όπου μεταφέρθηκε το κενοτάφιο του αγίου. Το 1912 αποδόθηκε πάλι στη χριστιανική λατρεία. Το 1917, ο ναός υπέστη μεγάλες ζημιές στη διάρκεια της μεγάλης πυρκαγιά που έπληξε μεγάλο τμήμα της άνω πόλης. Οι αναστηλωτικές εργασίες που ακολούθησαν διήρκησαν μέχρι το 1949. Στη διάρκεια αυτών των εργασιών αποκαταστάθηκε και η Κρύπτη, που φιλοξενεί σήμερα έκθεση για την ιστορική εξέλιξη του μνημείου. Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί ο ναός σήμερα, αναγνωρίζεται ως ένα έξοχο δείγμα πεντάκλιτης βασιλικής των αρχών του 7ου αιώνα με εγκάρσιο κλίτος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο σωζόμενος ψηφιδωτός διάκοσμος, που αν και διατηρείται αποσπασματικά, περιλαμβάνει έργα υψηλής ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας, ενδεικτικά της εξέλιξης της Βυζαντινής τέχνης κατά την Παλαιοχριστιανική περίοδο, αλλά και αργότερα. Πρόκειται για κιονόκρανα σε μεγάλη ποικιλία τυπολογίας, μορφής και τεχνικής εξέλιξης, κοσμήτες, μαρμαροθετήματα, πίνακες με opus sectile, από τους οποίους σήμερα σώζονται ελάχιστα δείγματα, το μαρμάρινο επιτύμβιο μνημείο του Λουκά Σπαντούνη (εξαίρετο δείγμα της αναγεννησιακής τέχνης της Βενετίας), ψηφιδωτούς αναθηματικούς πίνακες, προσφορές απλών πολιτών ή αξιωματούχων της πόλης, και μικρό αριθμό τοιχογραφιών. Από τα ψηφιδωτά σώθηκαν μετά την πυρκαγιά του 1917 μόνο εννέα παραστάσεις που εντοπίζονται στους δύο μεγάλους πεσσούς, μπροστά από το Ιερό και στον δυτικό τοίχο του κυρίως ναού, και καλύπτουν την περίοδο από τον 5ο ως τον 9ο αιώνα. Χαρακτηριστικό είναι το ψηφιδωτό του νότιου από τους δύο πεσσούς, στον οποίο σώζεται παράσταση που, σύμφωνα με τη συνοδευτική κτητορική επιγραφή, εικονίζει τον άγιο Δημήτριο ανάμεσα στον επίσκοπο της πόλης και τον έπαρχο Λέοντα (ανακαινιστές του ναού). Από τις ελάχιστες τοιχογραφίες που διασώθηκαν σημαντική από ιστορικής πλευράς είναι η παράσταση στον νότιο τοίχο του ναού που παριστάνει την είσοδο στην πόλη ενός έφιππου αυτοκράτορα, που ταυτίζεται από τους μελετητές είτε με τον Ιουστινιανό Β’ (7ος-8ος αι.) είτε με τον Βασίλειο Β΄(11ος αι.). Επίσης, στον πρώτο πεσσό της νότιας κιονοστοιχίας υπάρχει παράσταση του αγίου Δημητρίου με ένα ιεράρχη σε μικρότερη κλίμακα που θυμιατίζει δίπλα του, και έχει ταυτιστεί με τον Γρηγόριο Παλαμά, αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Η τοιχογραφία χρονολογείται στην περίοδο 1360-1380 και συνδέεται με τις θεολογικές έριδες του 14ου αιώνα και το κίνημα του Ησυχασμού στη Θεσσαλονίκη. Στην ανατολική πλευρά του νότιου πτερυγίου του εγκαρσίου κλίτους είναι προσκολλημένο το μεσοβυζαντινό παρεκκλήσι του Αγίου Ευθυμίου που έχει μορφή μικρής τρίκλιτης βασιλικής. Τη δαπάνη της τοιχογράφησής του, σύμφωνα με την επιγραφή, ανέλαβε στα 1302-1303 ο πρωτοστράτωρ Μιχαήλ Δούκας Γλαβάς Ταρχανειώτης, κτήτορας της μονής Παμμακαρίστου στην Κωνσταντινούπολη, και η σύζυγός του Μαρία Παλαιολογίνα. Οι τοιχογραφίες, που αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα της παλαιολόγειας ζωγραφικής, βρίσκονται πολύ κοντά στην τεχνοτροπία των τοιχογραφιών του Πρωτάτου στο Άγιο Όρος, που έχουν αποδοθεί στον ζωγράφο Μανουήλ Πανσέληνο.
Η πόλη : Η Κωνσταντινούπολη, η πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, χτίστηκε στη θέση της αρχαίας ελληνικής αποικίας: Βυζάντιο, στην τριγωνική χερσόνησο που σχηματίζεται μεταξύ του Κεράτιου κόλπου, του Βοσπόρου και της θάλασσας του Μαρμαρά σε μια εξαιρετική θέση που ήλεγχε εμπορικά τον δρόμο Αιγαίου-Ευξείνου Πόντου. Την ίδρυσε ο Μέγας Κωνσταντίνος το 330 μ.Χ. με σκοπό να δημιουργήσει μια πόλη ισάξια της Ρώμης σε λαμπρότητα, πλούτο και δύναμη. Η πόλη αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα· αυτό προκάλεσε προβλήματα χώρου και υποδομών, οπότε ο Θεοδόσιος ο Α’ επέκτεινε την πόλη προς Δυσμάς, φτιάχνοντας καινούργια ισχυρά τείχη, τα οποία οχύρωσαν την πόλη μέχρι το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η Κωνσταντινούπολη διαμορφώθηκε πολεοδομικά παρόμοια με τη Ρώμη. Ένας κεντρικός δρόμος, η Μέση οδός, συνέδεε το παλάτι με τη Χρυσή πύλη. Πάνω σε αυτόν τον δρόμο φτιάχτηκε ο Φόρος, μια κυκλική πλατεία με ένα άγαλμα του Κωνσταντίνου τοποθετημένο πάνω σε ένα κίονα. Στην πλατεία αυτή χωροθετήθηκαν και άλλα δημόσια κτίρια. Αργότερα ο Θεοδόσιος ο Α’ και ο Αρκάδιος δημιούργησαν κι άλλους Φόρους με τα δικά τους αγάλματα. Τον 6ο αιώνα ο Ιουστινιανός, μετά τη στάση του Νίκα, κόσμησε την Κωνσταντινούπολη με λαμπρά οικοδομήματα, ανάκτορα, λουτρά και δημόσια κτίρια.. Τότε κτίστηκε και ο ναός της Αγίας Σοφίας που αποτέλεσε σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Κατά τον 7ο και 8ο αιώνα η Κωνσταντινούπολη αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα που την αποσυντόνισαν: επιθέσεις από τους Αβάρους (πολιορκία το 674) και τους Άραβες (επιθέσεις το 674 και το 717-718), φυσικές καταστροφές (μεγάλος καταστροφικός σεισμός το 740), και επιδημίες (πανώλη το 747). Μικρή οικοδομική δραστηριότητα αναπτύσσεται κατά τον 8ο και 9ο αιώνα, που περιλαμβάνει κυρίως ενίσχυση της οχύρωσης της πόλης. Mε την ανάκαμψη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, 9ο-11ο αιώνα, η Κωνσταντινούπολη κατέστη η πολυπληθέστερη πόλη του τότε χριστιανικού κόσμου, στην πλειοψηφία της Ελληνόφωνη, σε συνύπαρξη με πολλές άλλες εθνότητες, όπως: Εβραίους, Αρμένιους, Ρώσους, Ιταλούς έμπορους, Άραβες, καθώς και μισθοφόρους από τη δυτική Ευρώπη και τη Σκανδιναβία. Αυτήν την περίοδο χτίζονται πολλά δημόσια κτίρια, ιδιωτικά και εκκλησιαστικά, με έμφαση σε συστάσεις ιδρυμάτων κοινωφελούς σκοπού, όπως νοσοκομεία, γηροκομεία, ορφανοτροφεία και σχολεία. Μεγάλη ακμή γνωρίζει η ανώτερη εκπαίδευση, χάρη στη μέριμνα του κράτους αφενός, αλλά και την εμφάνιση σημαντικών λογίων αφετέρου. Η αναγέννηση αυτή συνεχίστηκε μέχρι τα μέσου του 11ου αιώνα, όταν άρχισαν τα οικονομικά προβλήματα λόγω κακής διαχείρισης, αλλά και λόγω δυσμενών εκβάσεων εξωτερικών επιχειρήσεων της αυτοκρατορίας. Η πρώτη διέλευση των Σταυροφόρων από την Κωνσταντινούπολη ήταν τελείως ανώδυνη, όμως στη Δ’ σταυροφορία, το 1204, οι Φράγκοι την κατέλαβαν και τη λεηλάτησαν, ενώ σφαγίασαν, αιχμαλώτισαν και εκδίωξαν τους κατοίκους της. Την ανακατέλαβε το 1261 ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος, ο οποίος ανοικοδόμησε τα περισσότερα μνημεία και τα τείχη, χωρίς όμως να καταφέρει να δώσει ξανά στην πόλη τη λάμψη και την αίγλη του παρελθόντος Αποδυναμωμένη η αυτοκρατορία δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει την ορμή των Οθωμανών, με αποτέλεσμα να πέσει η Κωνσταντινούπολή στα χέρια τους το 1453. Με την Άλωση επήλθε οριστικά η κατάλυση της αυτοκρατορίας. Η πνευματική όμως παράδοση του Βυζαντίου παρέμεινε ακόμη αξιοσημείωτη, καθώς πολλοί λόγιοι εγκαταστάθηκαν στις κτήσεις των Βενετών στην Κρήτη και την Πελοπόννησο, αλλά και στα ίδια τα κράτη της Ευρώπης και μεταλαμπάδευσαν την Ελληνική παιδεία στη Δύση.


Βιβλιογραφία (17)

1. Χατζηδάκης Μ., Μυστράς :Η μεσαιωνική πολιτεία και το κάστρο : πλήρης οδηγός των παλατιών, των εκκλησιών και του κάστρου, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1989

2. Αχειμάστου - Ποταμιάνου, Μυρτάλη, Μυστράς. Ιστορικος και αρχαιολογικός οδηγός, Αθήνα, 2003

3. Τα μνημεία του Μυστρά. Tο έργο της επιτροπής αναστήλωσης μνημείων Μυστρά, Αθήνα, 2009

4. Millet G., Les monuments byzantins de Mistra, Paris, 1910

5. Millet G., L’école grecque dans l’architecture byzantine, Paris, 1916

6. Millet G., Les inscriptions byzantines de Mistra, 1899

7. Ορλάνδος Α., Η ορθομαρμάρωσις του εν Μυστρά ναού της Οδηγήτριας, 1935

8. Delvoye Ch., Considérations sur l’emploi des tribunes dans l’église de la Vierge Hodigitira de Mistra, Belgrade, 1964

9. Hallensleben H., Untersuchungen zur Genesis und Typologie des “Mystratypus, 1969

10. Mouriki D., Paleologan Mistra and the West, Αθήνα, 1987

11. Dufrenne S., Les programmes iconographiques des églises byzantines de Mistra, Paris, 1970

12. Etzeoglou R, Quelques remarques sur les portraits figures dans les eglises de Mistra, 1982

13. Η Πολιτεία του Μυστρά, Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήνα, 2001

14. Χατζητρύφωνος Ευαγγελία, Το περίστωο στην υστεροβυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, Σχεδιασμός, λειτουργία , Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, Θεσσαλονίκη, 2004

15. Emmanuel M., ‘Religious Imagery in Mystra. Donors and Iconographic Programmes’ σε Material Culture and Well-Being in Byzantium (400-1453), Wien, 2007

16. Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού | Ναός της Οδηγήτριας, http://odysseus.culture.gr/h/2/gh251.jsp?obj_id=14545

17. Church of the Virgin Hodegetria - Aphendiko, http://www.fhw.gr/choros/mystras/gr/E/14E/14E11.html


Σχόλια (0)