Κωνσταντινούπολη - Ρώμη: «Μέγας Κωνσταντίνος»

Θεσσαλονίκη - Μυστράς: «Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος»

Κωνσταντινούπολη - Κρήτη: «Νικηφόρος Φωκάς»

diadromi map

Aναζήτηση Διαδρομών

anan

O ναός της Παναγίας Οδηγήτριας ή Αφεντικό
Convert HTML to PDF

O ναός της Παναγίας Οδηγήτριας ή Αφεντικό αποτελεί το νέο καθολικό της μονής Βροντοχίου και βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της κάτω πόλης του Μυστρά, σε επαφή με το ισχυρό τείχος του οικισμού. Κτίστηκε περί το 1310 από τον δραστήριο ηγούμενό της Παχώμιο, ο οποίος κατάφερε, σύμφωνα με τα τοιχογραφημένα χρυσόβουλα στο νοτιοδυτικό παρεκκλήσι του ναού, να πετύχει την αυτοκρατορική επικύρωση και παραχώρηση μεγάλων εκτάσεων γης στην Πελοπόννησο και να οριστεί ισόβιος ηγούμενός της.

Πρόκειται για ένα μεγάλο και επιβλητικό κτίριο δύο ορόφων που εισάγει μια αρχιτεκτονική πρωτοτυπία: ενώ στο ανώτερο τμήμα έχει τη μορφή σταυροειδούς εγγεγραμμένου πεντάτρουλου ναού με νάρθηκα και υπερώα , στο ισόγειο έχει τη μορφή βασιλικής που χωρίζεται με δύο τοξωτές κιονοστοιχίες σε τρία κλίτη . Ο τύπος αυτός γνωστός ως «μικτός τύπου Μυστρά» χρησιμοποιήθηκε και σε άλλα μνημεία της περιοχής (Παντάνασσα, Άγιος Δημήτριος). Η τοιχοδομία του κυρίως ναού αποτελείται από αδρά πελεκημένους λίθους με αραιές σειρές πλίνθων, και αρχικά θα πρέπει να ήταν επιχρισμένη. Η ανατολική πλευρά του κτιρίου διατηρεί την αρχική της μορφή και παρουσιάζει τεχνοτροπικά στοιχεία όμοια με αυτά των μνημείων της Κωνσταντινούπολης αυτής της περιόδου. Οι αψίδες του ιερού και των παραβημάτων χωρίζονται σε ζώνες με παράθυρα και τυφλά (χτισμένα) αψιδώματα. Στην ανώτερη ζώνη χαμηλές και επίπεδες κόγχες με διπλά πλίνθινα τόξα, ολοκληρώνουν την εξωτερική κόσμηση του ναού. Ο ναός περιβαλλόταν από προστώα σε διάταξη σχήματος Π που στεγαζόταν με σφαιρικούς τρούλους . Το νότιο προστώο υπέστη μετατροπές κατά το 14o αιώνα. Τότε τοιχίστηκαν τα ανοίγματα του ισογείου και μετατράπηκαν σε κόγχες που δέχτηκαν ταφές, και ο χώρος διαμορφώθηκε σε κοιμητηριακό παρεκκλήσι . Δύο επιπλέον παρεκκλήσια διαμορφώθηκαν στα άκρα του νάρθηκα και δύο ισόγεια στη βόρεια στοά. Το τριώροφο κωδωνοστάσιο του ναού, κτισμένο στα νότια του δυτικού προστώου, ακολουθεί το πλινθοπερίκλειστο σύστημα τοιχοδομίας. Εξωτερικά, ο όροφος διαχωρίζεται από το ισόγειο με μαρμάρινο κοσμήτη και φέρει τρίλοβα παράθυρα που κοσμούνται με πλίνθινα τόξο. Σε ανώτερο επίπεδο, τυφλές (κτισμένες) αβαθείς κόγχες ολοκληρώνουν την εξωτερική όψη του κωδωνοστασίου.

Ο εσωτερικός διάκοσμος ήταν πλούσιος και συνδύαζε γλυπτό διάκοσμο, ορθομαρμαρώσεις και τοιχογραφίες . Από τον γλυπτό διάκοσμο και τις σπάνιες για την εποχή ορθομαρμαρώσεις σήμερα σώζονται ελάχιστα μόνο δείγματα, ενώ ο τοιχογραφικός διάκοσμος που χρονολογείται σε διαφορετικές περιόδους, διατηρείται αποσπασματικά στον κυρίως ναό και σε καλύτερη κατάσταση στα παρεκκλήσια. Στον ναό, ο τοιχογραφικός διάκοσμος που χρονολογείται στην δεύτερη δεκαετία του 14oυ αιώνα και αποτελεί προφανώς έργο ζωγράφων της Κωνσταντινούπολης προσφέρει έναν εκτεταμένο Χριστολογικό κύκλο και πλήθος αγίων μαρτύρων και οσίων στα πλάγια κλίτη , ιεραρχών και διακόνων στο ιερό, πατριαρχών, προφητών και αποστόλων στα υπερώα. Στα παρεκκλήσια οι συνθέσεις αναδεικνύουν την προσωπικότητα του κτήτορα Παχώμιου. Στο νοτιοδυτικό παρεκκλήσι, γνωστό ως το παρεκκλήσι των χρυσοβούλλων , τέσσερις άγγελοι κρατούν με ρυθμική χάρη δόξα κατεστραμμένου σήμερα Χριστού, απ’ όπου κατέρχονται δέσμες φωτός με θεϊκή χείρα, που κρατούν τα χρυσόβουλλα των αυτοκρατόρων Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου και Μιχαήλ Θ΄. Το βορειοδυτικό παρεκκλήσι αποτελεί τον ταφικό χώρο του Παχωμίου και απεικονίζει σε επάλληλες σειρές χορούς αγίων να προσέρχονται στον Χριστό της Δέησης, ενώ σε αρκοσόλιο της δυτικής πλευράς ο Παχώμιος προσφέρει ομοίωμα του ναού στην Οδηγήτρια. Στη βόρεια πλευρά βρίσκεται ο τάφος του δεσπότη Θεόδωρου Α΄ Παλαιολόγου (1384-1407), που είχε γίνει, σύμφωνα και με την επιτύμβια τοιχογραφία, μοναχός με το όνομα Θεοδώρητος.

Μεταγενέστερος είναι ο διάκοσμος του νοτιοανατολικού παρεκκλησίου , πιθανώς των Τριών Ιεραρχών, καθώς σε αυτό απεικονίζεται το όραμα του αγίου Ιωάννου Ευχαΐτων, που η εξήγησή του οδήγησε στην καθιέρωση της κοινής γιορτής τους. Σύμφωνα με το μονόγραμμα του συγκέλλου και ηγουμένου Κυπριανού πάνω από την είσοδο του παρεκκλησίου, οι τοιχογραφίες μπορούν να χρονολογηθούν στα 1366. Τέλος, οι τοιχογραφίες της νότιας στοάς που αποτέλεσε χώρο ταφής αρχόντων, όπως φανερώνει η επιλογή των σκηνών στο θόλο και οι ταφικές παραστάσεις του κεκοιμημένου Κανιώτη και της γυναίκας του στο δυτικό αρκοσόλιο και ενός άλλου αξιωματούχου στο βόρειο τοίχο, χρονολογούνται στους επόμενους χρόνους του 14ου αιώνα.

Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ο ναός χρησιμοποιήθηκε ως τζαμί και κάποια στιγμή εγκαταλείφθηκε εντελώς. Στις αρχές του 19ου αιώνα, κίονες από τις τοξοστοιχίες αφαιρέθηκαν για να χρησιμοποιηθούν αλλού, ενώ ο κεντρικός τρούλος και τμήμα των υπερώων κατέρρευσαν.
 
 


Βιβλιογραφία (17)


Σχόλια (0)

Νέο Σχόλιο