Κωνσταντινούπολη - Ρώμη: «Μέγας Κωνσταντίνος»

Θεσσαλονίκη - Μυστράς: «Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος»

Κωνσταντινούπολη - Κρήτη: «Νικηφόρος Φωκάς»

diadromi map

Aναζήτηση Διαδρομών

anan

Το νησί
Convert HTML to PDF

Η Νάξος είναι το μεγαλύτερο νησί των Κυκλάδων. Η εκτεταμένη ενδοχώρα αναπτύσσεται σε έντονο ανάγλυφο, με κορμό μια μεγάλη οροσειρά που διασχίζει το νησί. Οι υψηλές κορυφές και οι απότομες πλαγιές των ορεινών, αλλά και οι πεδινές εύφορες εκτάσεις, σε συνδυασμό με το νησιωτικό τοπίο, συνθέτουν ένα περιβάλλον αντιθέσεων. Η Νάξος είναι τόπος φιλόξενος για τη γεωργία και την κτηνοτροφία, βασικές ασχολίες των κατοίκων του νησιού, με ορυκτό πλούτο και ναυτεμπορική δραστηριότητα.
 
Την πρώιμη εποχή του Χαλκού (3200-2000 π.Χ.) η Νάξος αποτέλεσε ένα από τα εξέχοντα εμπορικά και πολιτιστικά κέντρα του κυκλαδικού πολιτισμού. Το εκτεταμένο δίκτυο οικισμών και νεκροταφείων που έχει αποκαλυφθεί μαρτυρά την πυκνότητα της κατοίκησης, ενώ οι ομάδες κυκλαδικών ειδωλίων καταδεικνύουν την ύπαρξη επιμέρους εργαστηρίων στο νησί. Θέσεις όπως η ακρόπολη στο Κορφάρι των Αμυγδαλιών στον Πάνορμο, ο οικισμός της Γρόττας με τα νεκροταφεία της στα Απλώματα και στο Καμίνι, το νεκροταφείο των Αγίων Αναργύρων και η εγκατάσταση στο σπήλαιο του Ζα, η οποία χρονολογείται από τους ύστερους νεολιθικούς χρόνους, καταδεικνύουν με την πληθώρα των στοιχείων που παρέχουν για την ανασύσταση της εικόνας τους την οργάνωση και ευημερία του νησιού. Επίσης, το υψηλής ποιότητας ναξιακό μάρμαρο και η σμύριδα, καθώς και το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός μαρμάρινων ευρημάτων βρέθηκαν στο νησί, δεν αφήνουν αμφιβολία για την εμπορική και καλλιτεχνική σημασία της Νάξου στον πολιτισμό των Κυκλάδων της εποχής του Χαλκού.
 
Τη σημαίνουσα θέση της στο Αιγαίο διατήρησε η Νάξος και στους ιστορικούς χρόνους. Τα ιερά των αρχαϊκών χρόνων και τα έργα της γλυπτικής αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες. Το 490 π.Χ. το νησί καταστράφηκε από τους Πέρσες και στη συνέχεια συνδέθηκε με την Αθήνα είτε ως μέλος της Α’ και Β’ Αθηναϊκής Συμμαχίας είτε με σχέση υποτέλειας. Στην ελληνιστική περίοδο η Νάξος υπήρξε μέλος του Κοινού των Νησιωτών (2ος αι. π.Χ.), ενώ το 41 π.Χ. περιελήφθη στη ρωμαϊκή Επαρχία των Νήσων του Αιγαίου (Provincia Insularum).
 
Οι πληροφορίες για τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους στο νησί προέρχονται από κείμενα εκκλησιαστικής ιστορίας. Η Νάξος υπαγόταν εκκλησιαστικά στη Ρόδο και πρώτοι της επίσκοποι υπήρξαν ο Αυξέντιος και ο Βάραχος, οι οποίοι συμμετείχαν μάλιστα στις Οικουμενικές Συνόδους της Σαρδικής (343) και της Χαλκηδόνος (451), αντίστοιχα. Σημαντικός αριθμός βυζαντινών εκκλησιών απαντάται στη Νάξο με χαρακτηριστικό τον αρχιτεκτονικό τύπο της μονόχωρης καμαροσκέπαστης δρομικής βασιλικής . Αρκετοί από τους ναούς οικοδομήθηκαν πάνω σε αρχαία ιερά. Η Παναγία η Δροσιανή στη Μονή και η Παναγία η Πρωτόθρονη στο Χαλκί ξεχωρίζουν μεταξύ των ναών της παλαιοχριστιανικής περιόδου και διατηρούν μάλιστα τα πρώτα στρώματα του τοιχογραφικού τους διακόσμου που ανήκουν στον 6ο και 7ο αιώνα. Μεγάλου ενδιαφέροντος, λόγω της  συγκέντρωσης των περιπτώσεων και της άμεσης σύνδεσής τους με τα ιστορικά τεκταινόμενα της εποχής, αποτελούν τοιχογραφικά σύνολα ανεικονικών εικονογραφικών προγραμμάτων, τα οποία προέρχονται από την περίοδο της Εικονομαχίας (724-843) και αποκαλύφθηκαν στις εκκλησίες της Παναγίας της Πρωτόθρονης, στον Άγιο Αρτέμιο, την Αγία Κυριακή και τον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο.

Στον 7ο αι. η Νάξος έγινε στόχος επιθέσεων Σαρακηνών πειρατών, γεγονός που συνδέεται με την κομβική θέση του νησιού στη θαλάσσια οδό που ξεκινούσε από την Κωνσταντινούπολη και κατέληγε στην Αλεξάνδρεια. Το ενδιαφέρον των Αράβων για το νησί διατηρήθηκε έντονο και στους επόμενους αιώνες, με αποτέλεσμα επανειλημμένες επιδρομές των Αράβων του Εμιράτου της Κρήτης (824-961) να σημειωθούν στον 9ο και τον 10ο αιώνα. Φαίνεται μάλιστα πως περί τα μέσα του 10ου αι. η Νάξος, όπως και άλλα νησιά του Αιγαίου, είχαν –σύμφωνα με μια άποψη- περιέλθει στην κατοχή των Αράβων της Κρήτης.

Με την έναρξη των Σταυροφοριών, η εμπορική θέση της Νάξου αναβαθμίζεται. Πηγές της εποχής καταγράφουν πως βασική απασχόληση των Ναξίων ήταν η κτηνοτροφία και η εμπορία των προϊόντων της. Το 1198, με το χρυσόβουλλο του αυτοκράτορα Αλεξίου Γ’ Αγγέλου, η Νάξος περιλαμβάνεται στους τόπους όπου οι Βενετοί απολαμβάνουν φορολογική ατέλεια και εμπορικά προνόμια. Πρωτεύουσα του νησιού καθ’ όλη τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου ήταν το Κάστρο τ’Απαλίρου στα νότια του Σαγκριού.
 
Με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204 και την υπογραφή της Συνθήκης Διαμοιρασμού της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας (Partitio Terrarum Imperii Romaniae), η Νάξος έγινε αρχικά έδρα του "ορίου της Δωδεκανήσου". Λίγα χρόνια αργότερα, το 1207, ο Βενετός ευγενής Μάρκος Σανούδος αποβιβάζεται με τους άντρες του στον κόλπο της Αγιάσσου και καταλαμβάνει το νησί. Αφού κατακτήσει άλλα 18 νησιά, ιδρύει το Δουκάτο του Αιγαίου, έδρα του οποίου ορίζει τη Νάξο. Από τα πρώτα έργα του Σανούδου στο νησί ήταν η οικοδόμηση του τείχους της Χώρας της Νάξου στη θέση της αρχαίας ακρόπολης. Τότε ήταν που η πρωτεύουσα του νησιού μεταφέρθηκε από το Κάστρο τ’ Απαλίρου στη Χώρα. Η προσπάθεια των Βυζαντινών του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου το 1262 να ανακαταλάβουν το νησί τελεσφόρησε για σύντομο μόνο χρονικό διάστημα, καθώς ο επόμενος Βενετός δούκας, Γουλιέλμος Σανούδος, ανακατέλαβε τη Νάξο και αποκατέστησε μέχρι τα μέσα περίπου του 16ου αι.την ενετική εξουσία. Η περίοδος της Ενετοκρατίας έληξε το 1537, όταν ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα, ως επικεφαλής του οθωμανικού στόλου, κατέλαβε τη Νάξο και την κατέστησε φόρου υποτελή στο σουλτάνο.


Βιβλιογραφία (3)


Σχόλια (0)

Νέο Σχόλιο