Το κάστρο των Ιπποτών


Από την πρώτη οχύρωση της Ρόδου στους χρόνους της ίδρυσής της, στον ύστερο 5ο αι. π.Χ., μέχρι τη σημερινή εικόνα του Κάστρου των Ιπποτών μεσολαβούν αιώνες επεκτάσεων, αναμορφώσεων, καταστροφών, επισκευών και ενισχύσεων. Η σύγχρονη μορφή του κάστρου της πόλης οφείλεται βασικά στους Ιωαννίτες ιππότες, οι οποίοι κατέλαβαν το νησί στις αρχές του 14ου αι. και παρέμειναν σε αυτό μέχρι την κατάληψή του από τους Οθωμανούς το 1522. Μεταξύ της αρχαίας και της ιπποτικής οχύρωσης μεσολαβούν οι φάσεις της βυζαντινής περιόδου. Η πρώτη, στον ύστερο 7ο αι., συνδέεται με την εισβολή των Αράβων στο Αιγαίο και τις συστηματικές επιθέσεις τους στα νησιά και η δεύτερη, στα τέλη του 11ου ή μέσα στο 12ο αι., σχετίζεται με την ανάδειξη της Ρόδου σε σημαντικό εμπορικό σταθμό των Βενετών, μετά από άδεια που τους παραχώρησε ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α’ ο Κομνηνός. Τα τείχη τότε επεκτάθηκαν προς Ν. και σταδιακά ενισχύθηκαν, με αποτέλεσμα στις αρχές του 14ου αι. οι Ιωαννίτες να έρθουν αντιμέτωποι κατά την πολιορκία της Ρόδου με μια αρκετά ισχυρή οχύρωση. Στη φάση αυτή, η τειχισμένη πόλη διαιρέθηκε σε τρεις τομείς, την ακρόπολη, το εσωτερικό κάστρο (Κολλάκιο) και τη χώρα (Burgus).

Η έλευση των ιπποτών εγκαινίασε για τη Ρόδο μια περίοδο ευδοκίμησης και έντονης οικοδομικής δραστηριότητας. Το τείχος της πόλης με τη φροντίδα πολλών μαγίστρων, όπως του Helion de Villeneuve (1319-1346), του Antoni de Fluvian, (1421-1437), του Jean Bonpart de Lastic (1437-1454) και του Jacques de Milly (1454-1461), επισκευάστηκε, αναδιοργανώθηκε και ενισχύθηκε, για να λάβει περί τα μέσα του 15ου αι. τη σημερινή του έκταση. Το τείχος, μήκους περίπου 3,5 χιλιομέτρων, περικλείει έκταση 350 στρεμμάτων και διαθέτει προτείχισμα, του οποίου κατά τόπους διατηρούνται βυζαντινά τμήματα, τάφρο, κυμαινόμενου πλάτους 20-60μ., και προχώματα. Ενισχυόταν από 21 ισχυρούς πύργους και 8 προμαχώνες, σύμφωνα με τις επιταγές της καθιέρωσης της χρήσης πυροβόλων όπλων, ενώ πολυάριθμες πύλες εξασφάλιζαν την κυκλοφορία και την επικοινωνία μεταξύ των τειχών. Η πλακόστρωτη Οδός των Ιπποτών, μήκους 200μ. και πλάτους 6μ., ήταν ο κεντρικός δρόμος του κάστρου. Ξεκινούσε από το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου και κατέληγε στο ναό της Παναγίας του Κάστρου, εκκλησία των βυζαντινών χρόνων που μετασκευάστηκε από τους Ιωαννίτες. Εκατέρωθεν της Οδού των Ιπποτών ορθώνονται τα σημαντικότερα οικοδομήματα του κάστρου, ο Άγιος Ιωάννης του Κολλακίου, τα Καταλύματα των Γλωσσών, το παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδας, το Νοσοκομείο και οι οικίες των αξιωματούχων του Τάγματος.

Η πτώση της Ρόδου στους Οθωμανούς του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς το 1522 δεν επέφερε σημαντικές μεταβολές στη φυσιογνωμία του τείχους, καταγράφηκε όμως στο εσωτερικό του κάστρου με την ανέγερση τεμενών, όπως το τζαμί του Χαμζά Μπέη και το τζαμί Σουλεϊμάν.


Γλωσσάρι (1)

παρεκκλήσι: πρόκειται για μικρών διαστάσεων ναΐσκο, ο οποίος είτε είναι αυτόνομος είτε ανήκει σε κάποιο ίδρυμα ή εξαρτάται από μεγαλύτερο ναό. Στο Βυζάντιο τα παρεκκλήσια είχαν συχνά ταφική χρήση.


Πληροφοριακά Κείμενα (2)

Αλέξιος Α' Κομνηνός: Αυτοκράτορας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από το 1081 ως το 1118, ιδρυτής της δυναστείας των Κομνηνών. Γιος του Ιωάννη Κομνηνού και της Άννας Δαλασσηνής, ξεκίνησε ως στρατηγός στον αυτοκρατορικό στρατό. Χρησιμοποιώντας τη θέση του αυτή επαναστάτησε και, έχοντας την υποστήριξη της στρατιωτικής αριστοκρατίας, κατέλαβε την Κωνσταντινούπολη την 1η Απριλίου του 1081, οπότε και χρίστηκε αυτοκράτορας. Η αυτοκρατορία όπως την παρέλαβε ο Αλέξιος βρισκόταν σε πολύ κρίσιμη καμπή, καθώς έπρεπε να αντιμετωπιστούν εξεγέρσεις της αριστοκρατίας· οι Σελτζούκοι είχαν καταλάβει μεγάλο μέρος της Μικράς Ασίας, ενώ η πρωτεύουσα και οι παραδουνάβιες επαρχίες δέχονταν επιθέσεις. Οι επιδρομές αυτές συνεχίστηκαν με μικρότερη ή μεγαλύτερη ένταση για αρκετά χρόνια. Προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες, ο Αλέξιος στράφηκε στη Δύση, όπου σύνηψε συμμαχίες με τους Βενετούς και τους Γερμανούς. Όσον αφορά στην εσωτερική του πολιτική, προσπάθησε να εξυγιάνει και να αναζωογονήσει την οικονομία και το εμπόριο, αλλά και να συγκρατήσει την υποτίμηση του βυζαντινού νομίσματος, ενώ θεσμοθέτησε νέους διοικητικούς τίτλους για να αντικατασταθούν οι παλιοί. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αλεξίου, έλαβε χώρα και η πρώτη Σταυροφορία. Ο Αλέξιος προσπάθησε να αντιμετωπίσει με τη διπλωματία τους σταυροφόρους που κατέφθαναν κατά ομάδες στα εδάφη του και τους παραχώρησε πλοία για να περάσουν στη Μικρά Ασία. Έπειτα από πολλές διαπραγματεύσεις, οι αρχηγοί των σταυροφόρων δεσμεύτηκαν: από τις καταλήψεις τους να παραδώσουν σε βυζαντινή διοίκηση όσα εδάφη ανήκαν προηγουμένως ανήκαν στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Ωστόσο, o Αλέξιος δεν κατάφερε να αποτρέψει την κατάληψη της Αντιόχειας και της Ιερουσαλήμ από τους σταυροφόρους. Πέθανε το 1118.
Το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου: Εμβληματικό έργο της γοτθικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα και σημείο κατατεθέν για τη μεσαιωνική πόλη της Ρόδου είναι αναμφίβολα το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου (Castello ή Palazzo). Το κτήριο με τις επιβλητικές του διαστάσεις δεσπόζει στο υψηλότερο σημείο της ΒΔ πλευράς του κάστρου, όπου καταλήγει η οδός των Ιπποτών, και καταλαμβάνει τη θέση αρχαίου ναού του θεού Ήλιου της αρχαίας ακρόπολης. Στην κατασκευή του οχυρωματικού τείχους των βυζαντινών χρόνων, την οποία επέβαλαν οι επανειλημμένες από τα μέσα του 7ου αι. αραβοπερσικές επιθέσεις, ανήκει η πρώτη θεμελίωση του παλατιού. Το Castello ανεγέρθηκε από τους Ιωαννίτες ιππότες τον 14ο αι., με σκοπό να στεγάσει το στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο της πόλης. Στην περίοδο της οθωμανικής κατοχής, από το 1522 και εξής, το παλάτι μετατράπηκε σε φυλακή και παραδόθηκε στη φθορά. Η ανατίναξη δε παρακείμενης πυριτιδαποθήκης το 1865 υπήρξε σχεδόν ολοκληρωτικά καταστροφική για το μνημείο, του οποίου η σημερινή μορφή οφείλεται στο εκτεταμένο πρόγραμμα αναστήλωσής του από τους Ιταλούς στη δεκαετία του 1930. Πρόκειται για πυργοειδές οικοδόμημα, κάτοψης ορθογώνιου σχήματος (~80x75μ.), το οποίο περιλαμβάνει μεγάλη εσωτερική πλακόστρωτη αυλή (~50x40μ.) με περιμετρικές στοές. Χαρακτηριστική είναι η κεντρική πύλη του παλατιού, στα νότια, εκατέρωθεν της οποίας υψώνονται δύο υψηλοί και ισχυροί πύργοι κυκλικής διατομής. Στο ισόγειο διέθετε βοηθητικούς χώρους, ενώ τις τέσσερις πτέρυγες του ορόφου αποτελούσαν 80 και πλέον δωμάτια και αίθουσες, διακοσμημένες με μωσαϊκά δάπεδα και τοιχογραφίες. Μεταξύ αυτών υπερείχε η κεντρική αίθουσα του Συμβουλίου, η τραπεζαρία, καθώς και το παρεκκλήσιο που ήταν αφιερωμένο στην Αγία Αικατερίνη. Από το 1993 σε επτά αίθουσες της ΝΔ πτέρυγας του παλατιού του Μεγάλου Μαγίστρου οργανώθηκε και λειτουργεί το Μεσαιωνικό Μουσείο της Ρόδου με την έκθεση "Η Ρόδος από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια μέχρι την κατάληψή της από τους Τούρκους (1522)". Η έκθεση διαρθρώνεται στις επτά αίθουσες ακολουθώντας τις εξής θεματικές ενότητες: 1. Εισαγωγή. Από την "αρχαία" ιδεολογία στη χριστιανική, 2. Οικονομία, 3. Κοινωνικός βίος, 4. Άμυνα και Διοίκηση, 5. Πνευματικός βίος, 6 και 7. Λατρεία και τέχνη.


Βιβλιογραφία (8)

1. Η Ρόδος από τον 4ο αιώνα μέχρι την κατάληψή της από τους Τούρκους (1522): Παλάτι Μεγάλου Μαγίστρου, Αθήνα, 2004

2. Κόλλια Η., Η Ρόδος από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια έως την κατάληψή της από τους Οθωμανούς (1522), 1993

3. Κόλλια Η., Η μεσαιωνική πόλη της Ρόδου και το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου, Αθήνα, 1994

4. Κόλλια Η., Η παλαιοχριστιανική και βυζαντινή Ρόδος. Η αντίσταση μιας ελληνιστικής πόλης, Αθήνα, 2000

5. Ρόδος 2.400 χρόνια. Η πόλη της Ρόδου από την ίδρυσή της μέχρι την κατάληψη από τους Τούρκους (1523): Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο, Αθήνα, 2000

6. Λαμπράκη Α., Ρόδος: Σύντομη ιστορική ανασκόπηση, 1993

7. Μανούσου-Ντέλλα, Κ., Μεσαιωνική πόλη Ρόδου: Έργα Αποκατάστασης (1985-2000), Ρόδος, 2001

8. Στεφανίδου Α., ‘Μεσαιωνική πόλη Ρόδου’ σε Ενετοί και Ιωαννίτες Ιππότες. Δίκτυα οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, Αθήνα, 2001


Σχόλια (0)