Η βασιλική του Αγίου Στεφάνου


Στη θέση Άγιος Στέφανος της Κω, στην περιφέρεια του κόλπου της Κεφάλου και σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα, εντοπίστηκαν και ανασκάφηκαν το 1932 από τον Ιταλό αρχαιολόγο Luciano Laurenzi τα κατάλοιπα συμπλέγματος δύο βασιλικών της παλαιοχριστιανικής εποχής. Μεταξύ του πλήθους των παλαιοχριστιανικών ναών του νησιού της Κω, οι βασιλικές του Αγίου Στεφάνου διακρίνονται για το μέγεθος και την αρτιότητα της διατήρησής τους. Η ανέγερσή τους τοποθετείται μεταξύ του 469 και 554 μ.Χ., στο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στους δύο καταστροφικούς σεισμούς που έπληξαν το νησί, εκ των οποίων ο δεύτερος κατέστρεψε το μνημείο.

Η νότια βασιλική, μεγαλύτερη σε διαστάσεις, διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία των βασιλικών της παλαιοχριστιανικής περιόδου: είναι τρίκλιτη με δύο κιονοστοιχίες, υπερυψωμένο μεσαίο κλίτος, νάρθηκα, αίθριο και μια αψίδα για το Ιερό Βήμα. Ντόπιος κοκκινωπός πωρόλιθος στους τοίχους, γρανίτης και λευκό μάρμαρο στους κίονες είναι τα βασικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή. Ο ναός σώζει τμήμα μαρμάρινου άμβωνα με κλίμακες, λείψανα μαρμάρινου τέμπλου και μαρμάρινης Αγίας Τράπεζας, καθώς και ίχνη συνθρόνου. Ο γλυπτός διάκοσμος των σωζόμενων θωρακίων και τα σπαράγματα ψηφιδωτών δαπέδων και επιγραφών μαρτυρούν ιδιαίτερη επιμέλεια στη διακόσμηση. Η δεύτερη βασιλική, μικρότερων διαστάσεων, είναι προσκολλημένη στο βόρειο τοίχο της πρώτης. Ομοίως με την πρώτη, είναι τρίκλιτη, με εναλλαγή πεσσών και κιόνων μεταξύ των κλιτών, νάρθηκα και μια αψίδα για το Ιερό Βήμα. Διατηρεί τμήμα συνθρόνου, τέμπλου, καθώς και ψηφιδωτά με φυτικά και γεωμετρικά θέματα. Επιμέρους βοηθητικά κτίσματα συμπληρώνουν το σύμπλεγμα των βασιλικών· μεταξύ αυτών, τετράγωνης κάτοψης βαπτιστήριο, ενσωματωμένο στα ΒΑ, διακονικό και σκευοφυλάκιο.


Γλωσσάρι (14)

βασιλική: δρομικός τύπος εκκλησίας μεγάλων διαστάσεων. Εσωτερικά υποδιαιρούνταν συνήθως σε τρία ή και περισσότερα κλίτη. Κατά κανόνα το μεσαίο κλίτος καλύπτεται από υπερυψωμένη στέγη που διατρυπάται από παράθυρα που φωτίζουν τον χώρο.
Παλαιοχριστιανική Περίοδος: η Παλαιοχριστιανική περίοδος τυπικά ξεκινά από την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης από το Μ. Κωνσταντίνο στα 330 μ.Χ. και τη μεταφορά σε αυτή της έδρας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τη Ρώμη, και λήγει με το τέλος της βασιλείας του Ιουστινιανού Α (565).
κιονοστοιχία: σειρά κιόνων που τοποθετούνται γύρω και μέσα σε οικοδομήματα.
νάρθηκας: ο νάρθηκας είναι η στενόμακρη αίθουσα που εκτείνεται σε όλο το μήκος της δυτικής πλευράς της βασιλικής. Προήλθε από την ανατολική στοά του αιθρίου, η οποία ενσωματώθηκε στον ναό. Χρησίμευε ως χώρος παραμονής των κατηχουμένων, οι οποίοι δεν επιτρεπόταν να παρακολουθήσουν το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας.
βήμα (ιερό βήμα): πρόκειται για το ανατολικό τμήμα του ναού που καταλήγει σε αψίδα. Είναι συνήθως υπερυψωμένο σε σχέση με το δάπεδο του κυρίως ναού κατά ένα έως τρία σκαλοπάτια. Ο όρος προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «βαίνω», και λόγω της ιερότητας και ιδιαιτερότητάς του ο χώρος ονομάστηκε ιερό βήμα.
κίονας: κυλινδρικό κατακόρυφο στήριγμα. Η χρήση τους ξεκινά από την αρχαιότητα και υιοθετείται και στους βυζαντινούς ναούς. Συχνά χρησιμοποιούνται σε χριστιανικές εκκλησίες από αρχαίους ναούς. Οι βυζαντινοί κίονες είναι κατά κανόνα μαρμάρινοι, συνήθως μονολιθικοί και αράβδωτοι.
άμβωνας : πρόκειται για είδος εξέδρας από την οποία οι κληρικοί αναγιγνώσκουν τις γραφές και εκφωνούν τα κηρύγματα. Βρίσκεται στο κεντρικό κλίτος των ναών. Αρχικά καταλάμβανε το κέντρο του ναού, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις βρισκόταν σε επαφή με τη βόρεια ή τη νότια κιονοστοιχία. Ονομάστηκε «άμβων» επειδή «ανέβαιναν» (από το αρχαίο ρήμα βαίνω) σε αυτόν με μία ή δύο κλίμακες. Οι άμβωνες άλλοτε ήταν ξύλινοι, συνηθέστερα ήταν κτιστοί με μαρμάρινη επένδυση, και άλλοτε ήταν εξολοκλήρου κατασκευασμένοι από μεγάλα κομμάτια μαρμάρου. Σε σπάνιες περιπτώσεις (π.χ. η Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολη), διακοσμούνταν με πολύτιμα υλικά.
τέμπλο: το φράγμα που χωρίζει το ιερό βήμα από τον υπόλοιπο ναό. Το τέμπλο μπορεί να είναι μαρμάρινο, ξυλόγλυπτο ή και κτιστό κοσμημένο με τοιχογραφίες. Φέρει εικόνες του Χριστού, της Παναγίας, του Αγ. Ιωάννη Προδρόμου, του τιμώμενου αγίου, των Αποστόλων και άλλων αγίων.
θωράκια: πλάκες, συνήθως μαρμάρινες, συχνά διακοσμημένες με ανάγλυφες παραστάσεις. Χρησιμοποιούνταν ως διαχωριστικά του κυρίως ναού από το ιερό, καθώς τοποθετούνταν μεταξύ των πεσσίσκων του φράγματος του πρεσβυτερίου. Τα θωράκια, ξύλινα ή μαρμάρινα, ενσωματώνονταν στο κάτω τμήμα του τέμπλου και έφεραν πλούσιο ανάγλυφο διάκοσμο, κυρίως με γεωμετρικά ή φυτικά μοτίβα. Θωράκια χρησιμοποιούνταν επίσης για το διαχωρισμό των κλιτών, αλλά και οποιουδήποτε άλλου χώρου, στον οποίο έπρεπε να περιοριστεί η πρόσβαση.
ψηφιδωτό: σχέδιο ή παράσταση που σχηματίζεται με τη συναρμολόγηση και συγκόλληση ποικιλόχρωμων ψηφίδων. Ψηφιδωτή διακόσμηση μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις επιφάνειες ενός κτιρίου, δάπεδο τοίχους ή οροφή.
πεσσός: στύλος τετράγωνης ή ορθογώνιας διατομής που λειτουργεί ως στήριγμα. Ο πεσσός είναι ελεύθερο αρχιτεκτονικό στοιχείο (μη εφαπτόμενο σε τοίχο) και συνήθως κτιστό.
αψίδα: η ημικυκλική απόληξη της ανατολικής πλευράς των βασιλικών. Εσωτερικά καλύπτεται με θόλο και είναι ημικυκλική, ενώ εξωτερικά καλύπτεται με κλιμακωτή στέγη και μπορεί να είναι πεταλόσχημη, ορθογώνια ή και πολυγωνική.
βαπτιστήριο: πρόκειται για ένα χώρο στο εσωτερικό του οποίου τελούταν το μυστήριο του Βαπτίσματος, μέχρι την καθιέρωση του νηπιοβαπτισμού τον 6ο αι. Αποτελούσε τμήμα του ναού, αλλά μπορούσε να είναι και ξεχωριστό κτίριο, κατά κανόνα περίκεντρο, που διέθετε κτιστή, σταυρόσχημη κολυμβήθρα και τρούλο, στο θόλο του οποίου συχνά απεικονιζόταν η σκηνή της βάπτισης.
σκευοφυλάκιο: ο χώρος, αλλά και το δοχείο φύλαξης των ιερών σκευών, εικόνων και βιβλίων, επίπλων, ιερατικών αμφίων, ακόμα και ιστορημένων χειρογράφων. Για την ασφάλεια των δοχείων από κλοπή και πυρκαγιά λαμβανόταν ιδιαίτερη μέριμνα, γι’ αυτό και τα σκευοφυλάκια τα συναντάμε εγκατεστημένα είτε πάνω από τους νάρθηκες των καθολικών είτε πάνω από τη λιτή.


Πληροφοριακά Κείμενα (0)


Βιβλιογραφία (6)

1. Κοντογιάννης Ν., Μεσαιωνικά Κάστρα και Οχυρώσεις της Κω, Αθήνα, 2002

2. Μπρούσκαρη Έ, Συμβολή στην ιστορία και την αρχαιολογία της Κω κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο: η βασιλική του πρεσβυτέρου Φωτεινού στην Καρδάμαινα , Αθήνα, 2011

3. Ορλάνδος Α., Δύο παλαιοχριστιανικαί βασιλικαί της Κω, 1966

4. Χατζηβασιλείου Β, Ιστορία της νήσου Κω, Αθήνα, 1990

5. Kokkorou-Alevras G., Kalopissi-Verti S., Panayotidi-Kesisoglou M., Kardamaina, Ancient Halasarna on the island of Kos: A guide, Athens, 2006

6. Στεφανίδου Α., ‘Κάστρο Παλαιού Πυλίου’ σε Ενετοί και Ιωαννίτες Ιππότες. Δίκτυα οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, Αθήνα, 2001


Σχόλια (0)